Η Ελλάδα είναι έτοιμη να κάνει το επόμενο βήμα και να εξέλθει με επιτυχία από το πρόγραμμα του ESM εκτιμά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο θεωρεί ότι η μεταρρυθμιστική προσπάθεια σε συνδυασμό με τα πρόσφατα μέτρα ελάφρυνσης που συμφωνήθηκαν στο Eurogroup αποκαθιστούν πλέον τη πρόσβαση της χώρας στις αγορές μεσοπρόθεσμα. Ωστόσο, προειδοποιεί και για κινδύνους και προκλήσεις στο μέλλον καθώς θεωρεί ότι είναι δύσκολη η μακροπρόθεσμη πρόσβαση στις αγορές χωρίς περαιτέρω ελάφρυνση χρέους.
Οι συγκεκριμένες εκτιμήσεις συμπεριλαμβάνονται στην έκθεση του άρθρου 4 για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, την οποία το Ταμείο έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα.
Βιωσιμότητα Χρέους
Στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους (DSA) καταγράφεται η εκτίμηση πως η πρόσφατη ελάφρυνση του χρέους που συμφωνήθηκε με τους Ευρωπαίους βελτίωσε σε σημαντικό βαθμό τη βιωσιμότητα του χρέους μεσοπρόθεσμα.
Σύμφωνα με την έκθεση, «η επέκταση των λήξεων των ομολόγων του EFSF κατά 10 έτη και τα άλλα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, σε συνδυασμό με το μεγάλο ταμειακό μαξιλάρι, θα πρέπει να εξασφαλίσουν σταθερή μείωση του χρέους και των ακαθάριστων αναγκών χρηματοδότησης ως ποσοστό του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και να βελτιώσουν έτσι τις προοπτικές για την Ελλάδα».
Το ΔΝΤ, ωστόσο, προβληματίζεται για το γεγονός ότι η συγκεκριμένη βελτίωση μπορεί να διατηρηθεί μακροπρόθεσμα μόνο μέσω φιλόδοξων υποθέσεων για τη πορεία της αύξησης του ΑΕΠ και την επίτευξη μεγάλων πρωτογενών πλεονάσματα. Για αυτόν τον λόγο, το Ταμείο θεωρεί ότι είναι η δύσκολη η μακροπρόθεσμη πρόσβαση στις αγορές χωρίς περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους.
Παρά τις καταγεγραμμένες διαφορές στις εκτιμήσεις των θεσμών για το συγκεκριμένο θέμα, το ΔΝΤ εκφράζει ικανοποίηση για τη δέσμευση της ευρωπαϊκής πλευράς ότι θα πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα στη περίπτωση που εμφανιστεί μακροπρόθεσμα ανάγκη για το ελληνικό χρέος. Στην έκθεση, όμως, το Ταμείο εμφανίζεται να ανησυχεί ότι η πιθανότητα πολιτικών αλλαγών σε κράτη μέλη της ευρωζώνης θα μπορούσε να επηρεάσει τη δέσμευση για μακροπρόθεσμη στήριξη της Ελλάδας.
Συνολικά, το ΔΝΤ εκτιμά ότι τα πρόσφατα μέτρα χρέους δεν θα αποδειχθούν αρκετά και πως το χρέος θα αρχίσει να αυξάνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ από το 2038, καθώς η έκθεση σημειώνει ότι «θα χρειαστεί πρόσθετη ανακούφιση για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους».
Επιστροφή στην Ανάπτυξη
Όπως επισημαίνει η σχετική ανακοίνωση του Ταμείου, τα μέλη του Εκτελεστικού Συμβουλίου επαίνεσαν τις ελληνικές αρχές «για τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις που έχουν σε μεγάλο βαθμό εξαλείψει τις δημοσιονομικές ανισορροπίες, σταθεροποιήσει τον χρηματοοικονομικό τομέα, μειώσει την ανεργία, και αποκαταστήσει την ανάπτυξη».
Κίνδυνοι στον Ορίζοντα
Παρόλο που η έκθεση σημειώνει ότι μετά από μια βαθιά και παρατεταμένη ύφεση η ανάπτυξη επιστρέφει στην Ελλάδα, το ΔΝΤ βλέπει μια σειρά από κινδύνους στον ορίζοντα, οι οποίοι αναμένεται ότι θα καθορίσουν τις προκλήσεις στη μεταπρογραμματική εποχή.
Μεταξύ αυτών των εσωτερικών και εξωτερικών κινδύνων, το Ταμείο καταγράφει στην ανακοίνωση του τις λιγότερο υποστηρικτικές συνθήκες χρηματοδότησης σε διεθνές επίπεδο, το εσωτερικό πολιτικό-εκλογικό χρονοδιάγραμμα, αλλά και τα ρίσκα που σχετίζονται με τη μεταρρυθμιστική κόπωση. Επιπλέον, γίνεται αναφορά σε εκκρεμή προβλήματα και κοινωνικές πιέσεις, οι οποίες χαρακτηρίζονται ως «κληρονομιά της κρίσης», αλλά και σε «καθοδικούς κινδύνους» που έχουν να κάνουν με τις προοπτικές της οικονομίας. Παράλληλα, εκτιμάται ότι η επικείμενη γήρανση του πληθυσμού θα υπονομεύσει τις εν δυνάμει προοπτικές της ανάπτυξης και για αυτόν ακριβώς τον λόγο θα αυξηθεί η ανάγκη για την ενίσχυση της παραγωγικότητας.
Ενίσχυση Παραγωγικότητας: Κατώτατος Μισθός & Συλλογικές Συμβάσεις
Αναφερόμενοι στο συγκεκριμένο θέμα, οι εκτελεστικοί διευθυντές του ΔΝΤ σημείωσαν ότι απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την τόνωση της παραγωγικότητας, της ανταγωνιστικότητας και της άρσης των κοινωνικών αποκλεισμών δεδομένου ότι η χώρα διαθέτει περιορισμένο χώρο άσκησης μακροοικονομικής πολιτικής. Ενδεικτικά στην ανακοίνωση του Ταμείου αναφέρεται η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και η συνέχιση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας μέσω της διατήρησης των μεταρρυθμίσεων που αφορούν στον κατώτατο μισθό, τις συλλογικές συμβάσεις και το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων.
«Παρά την σημαντική πρόοδο, η Ελλάδα εξακολουθεί να σημειώνει χαμηλότερα αποτελέσματα στους δείκτες ανταγωνιστικότητας συγκριτικά με τις αντίστοιχες χώρες και έχει μείνει πίσω στην ελευθέρωση των περισσότερων επαγγελμάτων στον τομέα των υπηρεσιών… Οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα βοηθήσουν στην εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας και θα διατηρήσουν τη δυναμική της ανάκαμψης στην εργασία», σημειώνει η σχετική ανακοίνωση του ΔΝΤ για το άρθρο 4.
Πρωτογενή Πλεονάσματα & Πορεία Αύξησης του ΑΕΠ
Το ΔΝΤ εκτιμά ότι «η εντυπωσιακή δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας μέχρι σήμερα έχει επιτευχθεί μέσω ενός ανεπιθύμητου συνδυασμού πολιτικών και ότι απαιτείται μια σημαντική αλλαγή σε αυτό το μείγμα προκειμένου η Ελλάδα να επιτύχει σταθερή και ισχυρή οικονομική ανάπτυξη μακροπρόθεσμα».
Σε αυτό το πλαίσιο, το Ταμείο επαναδιατυπώνει τη γνωστή του θέση για τη σημαντική μείωση των συνταξιοδοτικών δαπανών και τη περαιτέρω διεύρυνση της φορολογικής βάσης.
«Λόγω της πολύ μεγάλης διαρθρωτικής ανεργίας της Ελλάδας και των αδύναμων θεσμών χάραξης πολιτικής, το προσωπικό πιστεύει ότι θα είναι δύσκολο να πραγματοποιηθούν τέτοιες πολιτικά δύσκολες αλλαγές, διατηρώντας ταυτόχρονα εξαιρετικά υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα», αναφέρει η έκθεση.
Επιπλέον, το ΔΝΤ υπενθυμίζει τη θέση που έχει εκφράσει για τη πορεία των πλεονασμάτων και του ΑΕΠ, καθώς εκτιμά ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να διατηρήσει μακροπρόθεσμα ένα πρωτογενές πλεόνασμα που δεν θα υπερβαίνει το 1,5% του ΑΕΠ και πως η ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ θα είναι κοντά στο 1%. Ειδικότερα, το ΔΝΤ εκτιμά ότι την περίοδο 2018-2060 το ονομαστικό ΑΕΠ της Ελλάδας θα αυξηθεί κατά 2,9%, την ίδια ώρα που η ανάλυση βιωσιμότητας της ευρωζώνης υπολογίζει τη μέση αύξηση στο 3,1%.
Εξυγίανση Τραπεζών και Χαλάρωση Κεφαλαιακών Περιορισμών
Στη σχετική ανακοίνωση τονίζεται ότι οι εκτελεστικοί διευθυντές του Ταμείου ζητούν από τις ελληνικές αρχές να προχωρήσουν στη γρηγορότερη ρύθμιση του θέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων προκειμένου να αποκατασταθεί η υγεία των τραπεζών και έτσι να είναι σε θέση να συμβάλουν στην ανάκαμψη της οικονομίας μέσα από τη παροχή δανείων.
Σχετικά με το θέμα της εξυγίανσης των τραπεζών και τη χαλάρωση των κεφαλαιακών περιορισμών, οι εκτελεστικοί διευθυντές:
– Ενθάρρυναν τις τράπεζες να εντείνουν τη χρήση των ενισχυμένων νομοθετικών και ρυθμιστικών πλαισίων του χρηματοπιστωτικού τομέα που έχουν δημιουργήσει ένα καλύτερο περιβάλλον για την αντιμετώπιση της υψηλής έκθεσης σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
– Ζήτησαν τη δημιουργία κεφαλαιακών αποθεμάτων, περαιτέρω μέτρα για την άμβλυνση των κινδύνων ρευστότητας και χρηματοδότησης και ισχυρότερη τραπεζική εσωτερική διακυβέρνηση.
– Υποστήριξαν τη σταδιακή χαλάρωση των περιορισμών των συναλλαγών σύμφωνα με τον οδικό χάρτη που βασίζεται σε ορόσημα και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη ρευστότητα των τραπεζών.
Διαφάνεια και Βελτίωση Αποτελεσματικότητας Δημόσιου Τομέα
Το Ταμείο προχωρά, επιπλέον, και σε μια σειρά από συστάσεις που σχετίζονται με την αναμόρφωση της λειτουργίας του ευρύτερου δημόσιου τομέα και ειδικότερα του φοροεισπρακτικού μηχανισμού με στόχο την ενίσχυση της διαφάνειας και της αποτελεσματικότητας.
«Εκτός από τις προσπάθειες στη διοίκηση δημόσιων εσόδων, οι εκτελεστικοί διευθυντές ενθάρρυναν τις αρχές να εφαρμόσουν το Σχέδιο Δράσης κατά της Διαφθοράς με έμφαση στη βελτίωση της συλλογής δεδομένων και της διαφάνειας και να λάβουν μέτρα για τον εκσυγχρονισμό της δικαστικής εξουσίας. Τόνισαν, επίσης, την ανάγκη να προστατευθούν τα επιτευχθέντα οφέλη στην ποιότητα της συλλογής των επίσημων στατιστικών στοιχείων, μέσα από την υπεράσπιση της στατιστικής υπηρεσίας από κάθε προσπάθεια υπονόμευσης της αξιοπιστίας της και τη διασφάλιση της επαγγελματικής της ανεξαρτησίας», σημειώνει η ανακοίνωση του ΔΝΤ.
Μεταπρογραμματική Εποπτεία
Σύμφωνα με τη προβλεπόμενη διαδικασία του Ταμείου, οι διαβουλεύσεις με την Ελλάδα για την έκθεση του άρθρου 4 θα γίνονται στον τυπικό 12μηνο κύκλο, ενώ η στενή συνεργασία ΔΝΤ-Ευρώπης θα συνεχιστεί μέσα στο πλαίσιο της επικείμενης μεταπρογραμματικής εποπτείας.