«Κανείς δεν μπορεί να λέει ότι “τα κάναμε όλα καλά”, όταν υπάρχουν νεκροί. Αυτό όμως συμβαίνει σε κάθε τραγωδία στον τόπο μας. Ισχυριζόμαστε ότι τα κάνουμε όλοι, όλα τέλεια. Όμως ο αριθμός των νεκρών λέει άλλα», τονίζει η περιφερειάρχης Αττικής Ρένα Δούρου, σε συνέντευξή της στην “Εφημερίδα των Συντακτών”, όπου μιλώντας για την τραγωδία της 23ης Ιουλίου, τονίζει ότι καμία υπηρεσία της Περιφέρειας Αττικής δεν έλαβε ποτέ εντολή εκκένωσης για την περιοχή του Ματιού. Από κει και πέρα κάνει λόγο για σωρευμένες αδυναμίες σε όλα τα επίπεδα, μιλάει για τον ρόλο της Τοπικής Αυτοδιοίκης και για αλλαγές που πρέπει να γίνουν, αλλά απαντά και στους επικριτές της.
Ερωτώμενη “ποιος και τι ευθύνεται για τόσες ανθρώπινες απώλειες” τόσο στο Μάτι όσο και πριν λίγο καιρό στη Μάνδρα, στο βαθμό που το κεντρικό κράτος και Τοπική Αυτοδιοίκηση έχουν μεριμνήσει τηρώντας τα προβλεπόμενα μέτρα πρόληψης, η περιφερειάρχης φέρνει ως παράδειγμα την πολυνομία -«οι παράλληλες αρμοδιότητες Περιφερειών, Δήμων, της Πυροσβεστικής, της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, του Στρατού, δεν λειτουργούν. Αντιθέτως, για τον πολίτη που βλέπει να καίγεται το σπίτι του ή να απειλείται η ζωή του, είναι η βασιλική οδός για να μην αποδίδονται ποτέ και σε κανέναν ευθύνες», όπως σημειώνει. Και προσθέτει: «Η Περιφέρεια Αττικής, που ο ρόλος της στις πυρκαγιές είναι να συνδράμει την Πυροσβεστική, έχει εγκαίρως, πολλές φορές καταθέσει στο δημόσιο διάλογο προτάσεις. Γιατί οφείλουμε να δείξουμε στους πολίτες ότι μπορούμε αλλιώς. Χωρίς αυθαίρετα. Χωρίς μπαζώματα ρεμάτων. Χωρίς λαϊκισμούς. Πράξεις χωρίς πολλά λόγια. Αυτό περιμένουν από εμάς τώρα οι συμπολίτες μας. Ό,τι δηλαδή δεν έγινε εδώ και μισό αιώνα. Δεν είναι εύκολο. Γιατί πρέπει να συγκρουστούμε με μικρά και μεγάλα συμφέροντα. Νοοτροπίες του χθες. Γραφειοκρατίες που, όπως είδαμε, μπορούν να γίνουν φονικές, ειδικά τώρα που η κλιματική αλλαγή δείχνει τα δόντια της. Και εδώ πρέπει να κάνουμε πολύ δουλειά ακόμη. Δεν συγκρουστήκαμε αρκετά με αυτές τις γραφειοκρατικές αντιλήψεις και αυτό είναι αδυναμία. Μια αδυναμία που η Περιφέρεια Αττικής, μέσω εμού και scripta manent, έχει επισημάνει αρκετές φορές. Να σκεφθείτε, για παράδειγμα, ότι το κρίσιμο αντιπλημμυρικό έργο στο ρέμα Αγ. Αικατερίνης στη Μάνδρα, ξεκίνησε, με πολλές δυσκολίες, μόλις πριν από λίγες ημέρες».
Συγκεκριμένα για το ρόλο της Περιφέρειας Αττικής στην τραγωδία της 23ης Ιουλίου, σημειώνει ότι ενήργησε στο πλαίσιο που επιβάλλουν οι αρμοδιότητές της: «βοηθήσαμε δηλαδή την Πυροσβεστική σε ό,τι μας ζήτησε καθώς οι Περιφέρειες και η Τοπική Αυτοδιοίκηση γενικότερα δεν έχουν επιχειρησιακές αρμοδιότητες στην κατάσβεση της φωτιάς. Δώσαμε υδροφόρες, μηχανήματα έργου, λεωφορεία. Κηρύξαμε σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης την Ανατολική και τη Δυτική Αττική. Συγκλήθηκε, με εντολή μου, τη Δευτέρα το απόγευμα, το Συντονιστικό Όργανο Πολιτικής Προστασίας Ανατολικής Αττικής για την αξιολόγηση της κατάστασης και περαιτέρω συντονισμό. Επίσης ζητήθηκε η σύγκληση του Κεντρικού Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας, που συνεδρίασε υπό την προεδρία του γ.γ Πολιτικής Προστασίας, κ. Καπάκη».
Όσον αφορά στο ζήτημα της εκκένωσης, και στο ερώτημα αν δόθηκε εντολή ή όχι, η Ρένα Δούρου αφού διευκρινίζει ότι το αν πρέπει να γίνει ή όχι οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση το αποφασίζει ο επιχειρησιακά υπεύθυνος του Πυροσβεστικού σώματος και το εισηγείται απευθείας προς τον αρμόδιο δήμο ή αν αφορά πάνω από δύο δήμους προς την Περιφέρεια, τονίζει: «Εισήγηση για οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση, γραπτή, προφορική, με sms, με φαξ, με μέιλ, δεν έγινε ποτέ σε καμία υπηρεσία της Περιφέρειας Αττικής».
Συγκεκριμένα η κ. Δούρου κάνει τη διάκριση ανάμεσα στην «οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση, που είναι ένα προληπτικό μέτρο και λαμβάνεται πριν αρχίσει να καίγεται η περιοχή, και τη διαφυγή, διάσωση, όταν έχει αρχίσει ήδη να καίγεται η περιοχή και πρέπει να διασωθεί ο κόσμος -όπως φαίνεται στις 18.10 ήταν ήδη πολύ αργά και πρακτικά αδύνατο για τη λήψη προληπτικών μέτρων» και σημειώνει:
«Στη δεύτερη περίπτωση, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία αλλά και την κοινή λογική, γενικός συντονιστής είναι ο επιχειρησιακά υπεύθυνος του Πυροσβεστικού σώματος. Η σχετική εγκύκλιος του Μαΐου, φέτος, είναι σαφής. Ο επιχειρησιακός υπεύθυνος που έχει τη γνώση, την εμπειρία, την κατάλληλη εκπαίδευση, σε συνεργασία με το Κέντρο Επιχειρήσεων που έχει όλα τα μέσα, όπως το Μετεωρολογικό Δελτίο, διαδραστικούς χάρτες, κάμερες, σε πραγματικό χρόνο απεικόνιση της κατάστασης, δηλαδή όλα όσα χρειάζονται για να κρίνει, εισηγείται (αποκλειστική του ευθύνη) αν πρέπει να γίνει ή όχι οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση, και καθορίζει την περιοχή, τις πληθυσμιακές ενδείξεις, κ.α., προς απομάκρυνση.
Αν από τα στοιχεία που έχουν, δουν ότι αφορά έναν δήμο, εισηγείται απευθείας προς τον Δήμαρχο. Αν δει ότι αφορά πάνω από δύο δήμους, εισηγείται απευθείας προς την Περιφέρεια. Τέτοια εισήγηση για οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση, γραπτή, προφορική, με sms, με φαξ, με μέιλ, δεν έγινε ποτέ σε καμία υπηρεσία της Περιφέρειας Αττικής. Στο ερώτημα γιατί δεν έγινε, δεν μπορώ να ξέρω. Μπορεί για παράδειγμα, να έκρινε ότι είναι πολύ αργά. Υπάρχουν, όπως μαθαίνω, ερωτηματικά. Μήπως βλέποντας την πρωτοφανή σφοδρότητα εξάπλωσης, φοβήθηκαν ότι θα δημιουργηθεί πανικός με χειρότερα αποτελέσματα; Δεν ξέρω, ούτε είμαι εμπειρογνώμων για να ξέρω. Υποθέτω ότι εκπαιδεύονται για να κρίνουν. Επίσης μια τέτοια σημαντική απόφαση θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα μιας σύντομης διαβούλευσης του επικεφαλής με το Κέντρο Επιχειρήσεων, τον αρχηγό της Πυροσβεστικής και τους άλλους παράγοντες.
Από κει και πέρα, η πολιτική στοχοποίηση δεν είναι κάτι το νέο. Την ξέρουμε από την εποχή του Θουκυδίδη, του Μακιαβέλι, του Τσώρτσιλ. Όμως όταν μετράμε δεκάδες νεκρούς, τότε αυτή είναι σκύλευση. Και δεν μπορούμε να μιλάμε για επίλυση του θέματος με απλή απόδοση ευθυνών, ανάλογα με την κομματική ταυτότητα που φέρουν οι αυτοδιοικητικοί, σε δημάρχους, περιφερειάρχες, όταν κάτι πάει στραβά εξαιτίας αδιαφορίας, αβελτηρίας, αδράνειας. Ούτε να περιοριζόμαστε σε μια «συγγνώμη» ή στην έκφραση συλλυπητηρίων για τα θύματα, γιατί αυτά δεν αρκούν ό,τι κι αν έχει ψηφίσει κάποιος. Όσοι έχουμε θέση ευθύνης, και μπορεί να αισθανόμαστε αδικημένοι, με την έννοια αυτού που λέγεται στην καθομιλουμένη “μου έτυχε η στραβή στη βάρδιά μου”, οφείλουμε να αναλάβουμε ευθύνες. Και αυτό σημαίνει, πέρα από την ανάληψη της ευθύνης και ενδεχομένως, την τιμωρία, σκληρή δουλειά. Δουλειά με έμπρακτα αποτελέσματα.
Προσωπικά, πέρα από όλα αυτά, και μόνο το γεγονός ότι η τραγωδία αυτή έγινε στα διοικητικά όρια της Αττικής, θα μείνει πάντα χαραγμένο μέσα μου και θα μου προκαλεί πόνο, ανεξάρτητα από τον καταλογισμό ειδικών ευθυνών για κάτι που έγινε ή δεν έγινε. Για αυτό και μου προκαλεί θλίψη το φαινόμενο ορισμένοι πολιτικοί αντίπαλοι που έχουν βλέψεις για την Περιφέρεια Αττικής, να ζητούν ποινικές ευθύνες, πιστεύοντας ότι η δική τους πολιτική ανεπάρκεια μπορεί να κρυφθεί πίσω από την ποινική δίωξη του αντιπάλου. Λες και οι αρμόδιοι εισαγγελείς ολιγωρούν ή περιμένουν τη δική τους προτροπή για να κάνουν το έργο τους».
Επιπλέον, η κ. Δούρου, εκτιμά πως μελετώντας εκ των υστέρων με ηρεμία τα στοιχεία, την πορεία και την ταχύτητα της φωτιάς «όντως ήταν πολύ δύσκολο να εκτιμηθούν από τους επιχειρησιακά αρμοδίους τα στοιχεία της» προσθέτοντας ωστόσο ότι όλα αυτά τελούν υπό την κρίση των αρμοδίων δικαστικών αρχών, που είμαι σίγουρη ότι θα διερευνήσουν τα πάντα ενδελεχώς και θα αποδώσουν τις ευθύνες εκεί που υπάρχουν. «Εμείς δεν κρυφτήκαμε, δεν κρυβόμαστε και δεν έχουμε μάθει να κρυβόμαστε. Έθεσα ήδη με ενημερωτικό σημείωμα μου όλα τα στοιχεία στη διάθεση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου», τονίζει.
Η περιφερειάρχης Αττικής υπογραμμίζει ότι «η δουλειά της Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν είναι να πιάσουν Περιφερειάρχες και Δήμαρχοι στασίδι στα τηλεπαράθυρα. Εμείς, δήμαρχοι και περιφερειάρχες είμαστε, ή, ακριβέστερα, οφείλουμε να είμαστε οι «εργάτες του κράτους» στο πλευρό των πολιτών. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να το σκεφθούμε σοβαρά. Πρέπει να προσπαθήσουμε περισσότερο – για να μην επαναληφθεί ποτέ ξανά η ίδια τραγωδία. Για το μέλλον των παιδιών μας. Οι πολίτες χρειάζονται άλλους σχολιαστές στα τηλεπαράθυρα. Αλλά χρειαζόμαστε και ανθρώπους που πάνω στη μάχη δεν θα κυνηγάνε τα μικρόφωνα για δηλώσεις. Που θα κάνουν δουλειά για να κλείσουν οι πληγές των συμπολιτών μας» και υποστηρίζει ότι «το γνωστό μοτίβο “τα παράπονα στον δήμαρχο” με την Τοπική Αυτοδιοίκηση να είναι ο γνωστός σάκος του μποξ, παντού και πάντα, για την κεντρική κυβέρνηση ή για άλλους φορείς, πρέπει να σταματήσει. Να αλλάξουμε όχι σελίδα αλλά κεφάλαιο. Έχει έλθει η ώρα η Τοπική Αυτοδιοίκηση να θωρακιστεί, στο μέτρο και το βαθμό των δυνατοτήτων και των πόρων της, με το ανάλογο θεσμικό πλαίσιο. Αυτά δεν τα λέω για πρώτη φορά. Έχω κάνει πολλές φορές συγκεκριμένες προτάσεις, ξεπερνώντας τα όρια των αρμοδιοτήτων μου. Και θεωρώ ότι η Συνταγματική αναθεώρηση μπορεί να είναι σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ. Για να ξεκαθαρίσει επιτέλους το τοπίο. Όσο ο χαρακτηρισμός των αυθαιρέτων μένει στους δήμους και η κατεδάφιση στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση, δεν κάνουμε τίποτε. Διαιωνίζουμε απλά τα λάθη του χθες. Η δική μου άποψη για τα αυθαίρετα είναι γνωστή. Μια άποψη όμως που δεν συμμερίζονται κάποιοι καθώς ακόμη και στη σύσκεψη στο δημαρχείο της Ραφήνας, αμέσως μετά από την καταστροφή, και παρουσία του Κ. Μητσοτάκη και βουλευτών της περιοχής, άκουσε και ο ίδιος τις απόψεις διαφόρων περί νομιμοποίησής τους».
Σε ερώτηση για το τι πρέπει από εδώ και πέρα να γίνει η κ. Δούρου υπενθύμισε ότι σε άρθρο στη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ με τίτλο «Για να μπει τέλος στη… “νομοτέλεια”», σημείωνε ότι «κοινός στόχος, για τον οποίο εργάζεται συστηματικά η Περιφέρεια Αττικής με πράξεις και προτάσεις, οφείλει να είναι η έξοδος από τον φαύλο κύκλο της καταδικαστικής για τους πολίτες και το περιβάλλον, δήθεν “νομοτέλειας” – του χειμώνα ή του καλοκαιριού, των χιονοπτώσεων ή των δασικών πυρκαγιών» και κατέθετε συγκεκριμένα έξι προτάσεις. Και προσέθεσε: «Κατόπιν ακολούθησαν “ραντεβού” με σεισμούς, πλημμύρες, πυρκαγιές. Θέλω λοιπόν να πω μερικά αυτονόητα πράγματα που όμως τα ξεχνάμε. Πρώτον, πρέπει κάποια στιγμή να πάψει το τσουβάλιασμα εκείνων που δίνουν με αυτοθυσία τη μάχη της φωτιάς, εκείνων που επιχειρούν στο πεδίο με αυταπάρνηση, εκείνων που με κίνδυνο της ζωής τους σώζουν ηλικιωμένους και παιδιά, με τις πολιτικές ηγεσίες και τις ηγεσίες των σωμάτων ασφαλείας. Είναι άδικο και κλονίζει το ηθικό των πυροσβεστών που επιχειρούν. Και για το λόγο αυτό, εγώ δεν πρόκειται να πάρω τη σκυτάλη της αντίληψης που θέλει τον χαμηλόμισθο πυροσβέστη να καίγεται στο πεδίο της μάχης και κατόπιν η ηγεσία να τον στέλνει ως πρόβατο προς σφαγή, για να κριθεί ξανά θετικά στις επερχόμενες κρίσεις… Το δεύτερο είναι ότι πρέπει να πάψει αυτό το μοντέλο των ασύμμετρων ευθυνών. Εξηγούμαι. Όταν υπουργοί, που ευθύνονται για την αλλαγή ενός ανεπαρκούς και αναποτελεσματικού θεσμικού πλαισίου, δεν κάνουν τίποτε, μένουν στο απυρόβλητο λόγω ασυλίας. Την ώρα της κρίσης όμως, οι πολιτικές, διοικητικές ενίοτε και ποινικές ευθύνες πέφτουν πάνω σε εκείνους που δεν έχουν την αρμοδιότητα της νομοθετικής παρέμβασης και δεν καλύπτονται από ασυλία. Τους αιρετούς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που γίνονται τα εξιλαστήρια θύματα».
Αναφερόμενη η κ. Δούρου στην ανάληψη της πολιτικής ευθύνης από τον κ. Τσίπρα υπογράμμισε ότι «ο πρωθυπουργός ανέλαβε την πολιτική ευθύνη και θα πράξει αναλόγως όταν έλθει η ώρα. Αν κάποιοι προσπάθησαν να τον παραπλανήσουν ή να εξωραΐσουν καταστάσεις, είμαι σίγουρη ότι την ώρα που πρέπει θα πάρουν την απάντησή τους».
Τέλος, υπογράμμισε ότι το στοίχημα τώρα είναι να προχωρήσουν στο θέμα των αυθαιρέτων και των κατεδαφίσεων. «Ψηφίστηκε στη Βουλή τροπολογία μέτρων που έπρεπε να είχαν προωθηθεί εδώ και δεκαετίες. Τώρα πρέπει να εφαρμοστούν. Το θέμα των αυθαιρέτων είναι μια μακρά και αμαρτωλή ιστορία πολυεπίπεδης διαπλοκής. Ας μην ξεχνάμε και την υπόθεση της Ρικομέξ και τους νεκρούς της. Οι πολίτες κρίνουν από τις πράξεις. Όχι από τα λόγια. Αυτό είναι σήμερα το χρέος όλων μας» είπε και συμπλήρωσε: «Εδώ και τέσσερα χρόνια, δεν περιοριστήκαμε στα στενά όρια του Καλλικράτη και μεριμνήσαμε για την προστασία και τον εξοπλισμό των πυροσβεστικών και αστυνομικών δυνάμεων. Συγκεκριμένα χρηματοδοτήσαμε με 5 εκατομμύρια ευρώ την προμήθεια 35 νέων πυροσβεστικών οχημάτων, με 8.5 εκατομμύρια την αγορά μηχανημάτων και εξοπλισμού για την αντιμετώπιση και πρόληψη φυσικών καταστροφών ή καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και με 5 εκατομμύρια την ενίσχυση της Ελληνικής Αστυνομίας. Για να μην οδηγούνται γυμνοί, χωρίς τον απαραίτητο οπλισμό, στη μάχη εκείνοι που με κίνδυνο της ζωής τους τη δίνουν από την πρώτη γραμμή. Είναι το ελάχιστο. Αλλά και το απαραίτητο».