Μεγάλες πιέσεις δέχθηκαν την Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2018 οι τιμές των μετοχών στη χρηματιστηριακή αγορά, με τις τραπεζικές μετοχές να βρίσκονται σε κλοιό πιέσεων που έφθανε στα όρια του “sell off”. Η αγορά κατέγραφε μεγάλες απώλειες έως και 4,11%, υποχωρώντας έως και τις 653,14 μονάδες για να βελτιωθεί στη συνέχεια η εικόνα της. Σύμφωνα με ανώτατο στέλεχος της Τραπέζης της Ελλάδος, οι τράπεζες δεν έχουν πρόβλημα και οι πιέσεις οφείλονται στο ότι “κυριαρχούν στην αγορά κερδοσκόποι και σορτάκηδες”.
Τελευταία ενημέρωση: Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2018, 18:25
Ο γενικός δείκτης του ελληνικού Χρηματιστηρίου έκλεισε στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Μάρτιο του 2017 μετά το τραπεζικό sell-off που έστειλε τις μετοχές του κλάδου σε απώλειες έως και 20,73% και σε ιστορικό χαμηλό για την Τράπεζα Πειραιώς, ενώ ο τραπεζικός δείκτης βρέθηκε στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Φεβρουάριο του 2016.
Η επίθεση των πωλητών που ξεκίνησε λίγο μετά το άνοιγμα και που οδήγησε ακόμα και σε limit down για την μετοχή της Πειραιώς, αν και υποχώρησε ελαφρώς μετά από μία συντονισμένη προσπάθεια να περιοριστούν οι απώλειες, διατηρήθηκε ωστόσο έως και το κλείσιμο οδηγώντας σε εκτόξευση του τζίρου του Χ.Α. πάνω από τα 100 εκατ. ευρώ.
Ειδικότερα, ο Γενικός Δείκτης Τιμών έκλεισε στις 666,84 μονάδες, σημειώνοντας πτώση 2,10 %. Ενδοσυνεδριακά υποχώρησε έως τις 653,14 μονάδες, καταγράφοντας απώλειες έως και 4,11%. Η αξία των συναλλαγών ανήλθε στα 101,323 εκατ. ευρώ, ενώ διακινήθηκαν 75.417.080 μετοχές. Ο δείκτης υψηλής κεφαλαιοποίησης σημείωσε πτώση σε ποσοστό 2,04%, ενώ και ο δείκτης της μεσαίας κεφαλαιοποίησης υποχώρησε σε ποσοστό 2,04%.
Οι μετοχές της Πειραιώς σημείωσαν πτώση (-20,73% στα 1,300 ευρώ), της Eurobank (-14,69% στα 0,5370 ευρώ), της ΔΕΗ (-6,67% στα 1,2730 ευρώ) και της Εθνικής (-5,49% στα 1,5830 ευρώ).
Από τους επιμέρους δείκτες, τη μεγαλύτερη άνοδο σημείωσαν οι δείκτες των Κατασκευών (+2,27%) και των Βιομηχανικών Προϊόντων (+0,69%), ενώ τις μεγαλύτερες απώλειες σημείωσαν οι δείκτες των Τραπεζών (-8,78%) και των Προσωπικών Προϊόντων (-3,53%). Τον μεγαλύτερο όγκο συναλλαγών παρουσίασαν η Eurobank και η Alpha Bank διακινώντας 26.897.322 και 15.763.656 μετοχές, αντιστοίχως.
Τη μεγαλύτερη αξία συναλλαγών σημείωσαν η Alpha Bank με 18,408 εκατ. ευρώ και η Πειραιώς με 16,599 εκατ. ευρώ.
Ανοδικά κινήθηκαν 36 μετοχές, 69 πτωτικά και 26 παρέμειναν σταθερές. Τη μεγαλύτερη άνοδο σημείωσαν οι μετοχές: Forthnet+20,00%, Κυριακούλης +19,80% και Προοδευτική +16,44%. Τη μεγαλύτερη πτώση κατέγραψαν οι μετοχές: Πειραιώς -20,73%, Eurobank-14,69% και Attica Bank-13,46%.
Από τις μετοχές της υψηλής κεφαλαιοποίησης, τη μεγαλύτερη άνοδο κατέγραψαν οι μετοχές της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ(+3,87% στα 5,100 ευρώ), της Τιτάν (+2,40% στα 21,300 ευρώ) και της Μυτιληναίος(+1,66% στα 8,560 ευρώ).
Οι μετοχές του δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης έκλεισαν, ως εξής:
ALPHA BANK:1,180 ευρώ (-3,28%)
EUROBANK:0,5370 ευρώ (-14,69%)
FOURLIS:5,1700 ευρώ (-0,96%)
VIOHALCO:2,860 ευρώ (-1,38%)
ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ:5,100 ευρώ (+3,87%)
ΕΥΔΑΠ:5,410 ευρώ (-1,46%)
ΔΕΗ:1,2730 ευρώ (-6,67%)
ΑΔΜΗΕ:1,598 ευρώ (-1,36%)
COCA COLA HBC:29,240 ευρώ (+0,34%)
ΕΛΠΕ:7,390 ευρώ(-2,76%)
ΕΘΝΙΚΗ:1,5830 ευρώ (-5,49%)
ΣΑΡΑΝΤΗΣ:7,300 ευρώ (αμετάβλητη)
JUMBO:12,300 ευρώ (-4,50%)
ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ:6,430 ευρώ (+0,47%)
ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ:8,560 ευρώ (+1,66%)
MOTOR OIL:22,850 ευρώ (-0,22%)
ΟΠΑΠ:8,760 ευρώ (-1,13%)
ΟΤΕ:10,350 ευρώ (-1,80%)
ΠΕΙΡΑΙΩΣ:1,300 ευρώ (-20,73%)
ΤΙΤΑΝ:21,300 ευρώ (+2,40%)
LAMDA DEVELOPMENT:6,170 ευρώ (-0,32%)
ΟΛΠ:16,520 ευρώ (-0,12%)
ΕΧΑΕ:4,420 ευρώ (+0,45%)
GRIVALIA PROPERTIES:7,960 ευρώ (+0,38%)
AEGEAN AIRLINES: 7,290 ευρώ (-1,22%)
Τράπεζα Πειραιώς: Πάνω από τα εποπτικά όρια ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας
Η Τράπεζα Πειραιώς, σε απάντηση πρόσφατων αναφορών στον Τύπο, επισημαίνει, σε ανακοίνωσή της, ότι το σχέδιο κεφαλαιακής ενίσχυσης που εφαρμόζει έχει γνωστοποιηθεί στην επενδυτική κοινότητα, ήδη, από τον Μάιο του 2018, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της Πανευρωπαϊκής Άσκησης Προσομοίωσης Ακραίων Καταστάσεων του 2018, που διηνήργησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Το σχέδιο απαρτίζεται από συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και δράσεις, οι οποίες έχουν δημοσιοποιηθεί.
H Τράπεζα έχει σημειώσει πρόοδο στην υλοποίηση του σχεδίου, όπως αυτό αποτυπώθηκε στα χρηματοοικονομικά αποτελέσματα του δευτέρου τριμήνου 2018.
Παράλληλα, η Τράπεζα Πειραιώς τονίζει ότι παρακολουθεί στενά τις διεθνείς κεφαλαιαγορές, με σκοπό να προσδιορίσει τον κατάλληλο χρόνο που θα επιτρέψει την επιτυχή έκδοση, μη απομειωτικών για τους μετόχους, Tier 2 κεφαλαιακών τίτλων, έκδοση που περιλαμβάνεται στο σχέδιο κεφαλαιακής ενίσχυσης και στοχεύει στην επαύξηση των κεφαλαιακών αποθεμάτων της Τράπεζας.
Η έκδοση των παραπάνω κεφαλαιακών τίτλων συναρτάται με τις συνθήκες των διεθνών αγορών και θα πραγματοποιηθεί σε συνεννόηση με τις αρμόδιες εποπτικές Αρχές.
Υπογραμμίζεται, ότι ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας της Τράπεζας υπερβαίνει τα σχετικά εποπτικά όρια και επιπλέον η Τράπεζα Πειραιώς παραμένει εστιασμένη στην υλοποίηση ενεργειών που θα θωρακίσουν τον ισολογισμό της και θα ενισχύσουν την κεφαλαιακή βάση της, αυξάνοντας τα κεφαλαιακά αποθέματά της για το μέλλον.
Σε επιχειρησιακό επίπεδο, σημειώνεται ότι κατά το προηγούμενο έτος, η Τράπεζα εφήρμοσε σημαντικές βελτιώσεις στους τομείς διοίκησης, εταιρικής διακυβέρνησης, διαχείρισης κινδύνων και λειτουργιών ελέγχου.
Ταυτόχρονα, έχει βελτιωθεί αισθητά τόσο το προφίλ χρηματοδότησης, όσο και η ποιότητα ενεργητικού, ενδεικτικά ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις διαμορφώθηκε στο 92%, μηδενίσθηκε η χρηματοδότηση από τον μηχανισμό ELA, το πρόγραμμα καλυμμένων ομολόγων της Τράπεζας έλαβε αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας (investmentgrade), η μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) υπερέβη τα 5 δισ. ευρώ τους τελευταίους δώδεκα μήνες, ενώ βελτιώθηκε περαιτέρω η λειτουργική αποτελεσματικότητα, σύμφωνα με τον στόχο του 2018 για μείωση των λειτουργικών δαπανών κατά 6%.
Goldman Sachs: Τα καλά και τα… άσχημα νέα για τις ελληνικές τράπεζες
Στα θετικά και τα αρνητικά των ελληνικών τραπεζών αναφέρεται η Goldman Sachs σε νέα έκθεσή της μετά τις επαφές που είχε στην Αθήνα με τραπεζικά στελέχη, καθώς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής.
Όπως σημειώνει, οι τράπεζες αναφέρθηκαν στα σχέδιά τους για μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs) στο 15-25% μέχρι το 2021 (από 48% το β’ τρίμηνο του 2018).
Αυτά, όπως σημειώνει, στηρίζονται από: 1) την ισχυρή οικονομική δυναμική, περιλαμβανομένης της αρχής της ανάκαμψης στην στεγαστική αγορά 2) την αυξανόμενα δυναμική δευτερογενή αγορά πώλησης NPEs και 3) έναν χαμηλότερο ρυθμό αύξησης των στρατηγικών κακοπληρωτών με την πάροδο του χρόνου, καθώς οι πρόσφατες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (κυρίως οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί) συμβάλουν στη βελτίωση της νοοτροπίας πληρωμών της χώρας.
Ωστόσο, στα αρνητικά, όπως προειδοποιεί, είναι το ότι η ικανότητα του τραπεζικού κλάδου να αντέξει οποιοδήποτε σοκ (εσωτερικό ή εξωτερικό, οικονομικής ή πολιτικής φύσεως) – παραμένει περιορισμένη.
Πιο αναλυτικά, στις σημειώσεις της η Goldman αναφέρει τα εξής:
Θετικά:
1. Μακροοικονομικά: Ισχυρή μακροοικονομική δυναμική που βασίζεται κυρίως στην εξωτερική ζήτηση και στον τουρισμό.
2. Ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων: Ο ρυθμός ανάπτυξης των τιμών κατοικιών επέστρεψε στα θετικά (+1% το 2018) για πρώτη φορά μετά από μια δεκαετία, χάρη στην ισχυρή ζήτηση από τους ξένους καθώς και στην περιορισμένη προσφορά.
3. Βελτίωση δημοσιονομικών μεγεθών: Υπάρχει βελτίωση του κρατικού ρίσκου, καθώς το κεφαλαιακό μαξιλάρι καλύπτει τις ανάγκες αναχρηματοδότησης για τα επόμενα δυο χρόνια τουλάχιστον.
4. Φιλόδοξοι στόχοι NPEs: Ο δείκτης NPEs των ελληνικών τραπεζών αναμένεται να φτάσει το 15-25% μέχρι το 2021, υποδηλώνοντας μείωση 50% μέσα σε τρία χρόνια.
5. Στρατηγικοί κακοπληρωτές: Οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί οι οποίοι έχουν ξεκινήσει από το α’ εξάμηνο του 2018 αναμένεται ευρέως να έχουν θετική επίπτωση στις ρυθμίσεις δανείων και αναδιαρθρώσεις, αν και τα αποτελέσματα μέχρι στιγμής είναι απογοητευτικά. Γενικά, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν στόχο τους στρατηγικούς κακοπληρωτές υποδηλώνουν προοπτικές για βελτίωση της αναλογίας των NPLs ταχύτερα σε σχέση με την ανεργία με την πάροδο του χρόνου.
6. Ομαλοποίηση του προφίλ χρηματοδότησης: o κλάδος αναμένεται να απεμπλακεί πλήρως από τον ELA το αργότερο μέχρι το α’ τρίμηνο του 2019 και θα επωφελείται ταυτόχρονα από τις συνεχιζόμενες εισροές καταθέσεων.
7. Καθαρά δάνεια: παρά την ισχνή «υγιή» ζήτηση, οι τράπεζες αναμένουν ο αυξανόμενος εταιρικός δανεισμός να αντισταθμίσει πλήρως την συνεχιζόμενη απομόχλευση στο κομμάτι της λιανικής οδηγώντας σε θετική ανάπτυξη ακόμα και από το 2019.
8. Προμήθειες: η σταδιακή άρση των capital controls είναι θετική, καθώς οδηγεί σε μεγαλύτερη χρήση πιστωτικών καρτών και αναλήψεων, ενώ τα υψηλότερα επίπεδα δανειοδότησης που αναμένονται το 2019 θα στηρίξουν τη δημιουργία προμηθειών.
9. Νέο «κοκκίνισμα» δανείων: Υπήρχαν κάποιες ανησυχίες το β’ τρίμηνο αναφορικά με τον υψηλό αριθμό των δανείων που γίνονται ξανά μη εξυπηρετούμενα, ωστόσο oρισμένες τράπεζες ωστόσο έχουν δείξει πως έχουν αναδιαμορφώσει τις πλατφόρμες και πολιτικές αναδιάρθρωσης ώστε να προσφέρονται στους πελάτες πιο βιώσιμες λύσεις, όπως το «κούρεμα» υπό όρους ή η εξόφληση με έκπτωση, κλπ.
Αρνητικά:
1. Μακροοικονομικά: Η ανάκαμψη έχει μόλις ξεκινήσει, ωστόσο εξακολουθεί να υπολείπεται αυτής που σημειώθηκε σε άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης (Ισπανία).
2. NPEs: Όσο φιλόδοξοι και αν είναι οι στόχοι για τη μείωση των NPEs, τα NPEs αναμένεται να παραμείνουν σε αυξημένα επίπεδα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.
3. Οι συζητήσεις με το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (SRB) για τις ελάχιστες απαιτήσεις σε ίδια κεφάλαια για τις επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL) δεν έχουν αρχίσει και οι τράπεζες δεν περιμένουν να ξεκινήσουν αν η χώρα δεν αποκτήσει πλήρη πρόσβαση στις αγορές.
4. Καθαρά έσοδα από τόκους (ΝΙΙ): Οι τόκοι από τα NPEs αντιστοιχούν από περίπου 25% ( Εθνική Τράπεζα) έως περίπου 45% των καθαρών εσόδων από τόκους (Τράπεζα Πειραιώς), λόγω των υψηλών δεικτών NPEs στον κλάδο. Αν και συμμορφώνονται με τα νέα λογιστικά πρότυπα, μπορεί να θεωρηθεί ως χαμηλότερη ποιότητα, δεδομένων των κινδύνων που συνδέονται με την ενδεχόμενη ανάκτηση.
5. Καθαρά επιτοκιακά περιθώρια (ΝΙΜ): Τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια αναμένεται να συρρικνωθούν, παρά την έλλειψη ισχυρού ανταγωνισμού λόγω της συνεχιζόμενης απομόχλευσης των ισολογισμών, σε συνδυασμό με την έλλειψη ευκαιριών ποιοτικού δανεισμού και τους περιορισμούς στα ελληνικά κρατικά ομόλογα υψηλών αποδόσεων, οι οποίες αναμένεται να ασκήσουν πτωτικές πιέσεις στην τιμολόγηση.