Μικρή ανάκαμψη παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια η εγχώρια αγορά πλαστικών σωλήνων, μετά τη σημαντική μείωση που κατέγραψε τα προηγούμενα χρόνια, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα κλαδικής μελέτης που εκπόνησε η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της ICAP ΑΕ.
Η εξέλιξη της οικοδομικής και κατασκευστικής δραστηριότητας, η υλοποίηση δημόσιων έργων, καθώς και η αρδευτική δραστηριότητα, αποτελούν τους καθοριστικούς παράγοντες που επηρεάζουν τη ζήτηση των πλαστικών σωλήνων.
Σύμφωνα με τη Μαρία Φλώτσιου, Consultant Οικονομικών Μελετών της ICAP, η οποία επιμελήθηκε της παρούσας μελέτης, η εγχώρια βιομηχανία πλαστικών σωλήνων χαρακτηρίζεται από συγκέντρωση, καθώς ο μεγαλύτερος όγκος της καλύπτεται από λίγες επιχειρήσεις. Οι ανακατατάξεις των τελευταίων ετών, λόγω αποχώρησης μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεων από την εγχώρια αγορά, έχουν εντείνει τον ανταγωνισμό. Ο υφιστάμενος ανταγωνισμός υποχρεώνει τις (μεγαλύτερες κυρίως) παραγωγικές επιχειρήσεις να πραγματοποιούν επενδύσεις με σκοπό την ανανέωση του μηχανολογικού τους εξοπλισμού, τον εκσυγχρονισμό και την αυτοματοποίηση της παραγωγικής τους διαδικασίας, καθώς και την επέκταση του δικτύου διανομής. Ο κυριότερος, ωστόσο, παράγοντας που διαμορφώνει το ανταγωνιστικό περιβάλλον, είναι η σημαντική πτώση της εγχώριας ζήτησης, την τελευταία δεκαετία, λόγω της οικονομικής κατάστασης της χώρας, η οποία επηρέασε αρνητικά όλους σχεδόν τους τομείς δραστηριότητας που είναι πελάτες των εταιρειών του κλάδου.
Η συνολική εγχώρια παραγωγή πλαστικών σωλήνων παρουσίασε, σύμφωνα με την Σταματίνα Παντελαίου, Διευθύντρια Οικονομικών – Κλαδικών Μελετών της ICAP, κατακόρυφη μείωση την τελευταία δεκαετία. Η σημαντική μείωση της κατασκευαστικής – οικοδομικής δραστηριότητας, η συρρίκνωση, αλλά και η μη υλοποίηση επενδύσεων λόγω της οικονομικής κατάστασης της χώρας (περίοδος ύφεσης), επηρέασε αρνητικά και την παραγωγή των εξεταζόμενων προϊόντων. Ωστόσο τα τελευταία έτη, η παραγωγή παρουσιάζει ανάκαμψη. Το 2018 ο όγκος της παραγωγής εκτιμάται ότι αυξήθηκε κατά 4% σε σχέση με το 2017. Όσον αφορά τη συμμετοχή της κάθε κατηγορίας στο σύνολο της παραγωγής για το 2018, οι σωλήνες πολυαιθυλενίου συμμετείχαν με ποσοστό 51%, οι άκαμπτοι σωλήνες (κυρίως από PVC) εκτιμάται ότι κάλυψαν το 35%, ενώ οι εύκαμπτοι από PVC εκτιμάται ότι κατέλαβαν μερίδιο 14%.
Η εγχώρια ζήτηση πλαστικών σωλήνων καλύπτεται κυρίως από παραγόμενα προϊόντα, η δε εισαγωγική διείσδυση κυμαίνεται σε χαμηλά επίπεδα.
Την τελευταία τριετία το ποσοστό συμμετοχής των εισαγωγών στο σύνολο της αγοράς κυμάνθηκε μεταξύ 16%-19%. Το μέγεθος της εγχώριας αγοράς κατέγραψε έντονη πτωτική πορεία το χρονικό διάστημα 2009-2015. Ωστόσο, τα επόμενα έτη (2016-2018), η αγορά παρουσίασε ανάκαμψη.
Ειδικότερα, το 2018 η αγορά αυξήθηκε 3,3% σε σχέση με το 2017.
Αναφορικά με τις εισαγωγές, οι άκαμπτοι σωλήνες είναι η κατηγορία που καλύπτει διαχρονικά το μεγαλύτερο ποσοστό του συνόλου των εισαγωγών.
Σύμφωνα με την μελέτη, η σημαντική πτώση της κατασκευαστικής – οικοδομικής δραστηριότητας, η υστέρηση στις δημόσιες επενδύσεις επηρέασαν αρνητικά και την εξεταζόμενη αγορά, η οποία ωστόσο παρουσιάζει ανάκαμψη τα τελευταία έτη.
Οι επιχειρήσεις του κλάδου αναμένεται να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους με σκοπό, πρωτίστως, τη διεύρυνση της εξωστρέφειας, την ισχυροποίηση της κεφαλαιακής τους διάρθρωσης, τη συγκράτηση των λειτουργικών δαπανών, κ.ά.
Τέλος, σύμφωνα με τις ισχύουσες συνθήκες και τάσεις της αγοράς, παράγοντες του κλάδου εκτιμούν ότι η συνολική εγχώρια αγορά πλαστικών σωλήνων θα παρουσιάσει μικρή άνοδο την τριετία 2019-2021 με μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξης του 3%-5% (σε όρους ποσότητας).
Στο πλαίσιο της μελέτης πραγματοποιήθηκε χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών και συντάχθηκε ομαδοποιημένος ισολογισμός βάσει δείγματος επιχειρήσεων. Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού εννέα αντιπροσωπευτικών παραγωγικών εταιρειών πλαστικών σωλήνων για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τη περίοδο 2013-2017, προκύπτουν τα εξής:
Tο σύνολο του ενεργητικού παρουσίασε μείωση κατά 14,8% το 2017/13. Tα ίδια κεφάλαια κινήθηκαν πτωτικά την ίδια περίοδο (σωρευτική μείωση 20,8% σε σχέση με το 2013). Οι συνολικές μεσομακροπρόθεσμες υποχρεώσεις και προβλέψεις κατέγραψαν σημαντική μείωση (σωρευτική μείωση 58,3% το 2017/2013) την περίοδο 2013- 2017. Oι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις παρέμειναν στα ίδια επίπεδα το 2017 σε σχέση με το 2016, αλλά εμφανίζονται αυξημένες κατά 29% έναντι του 2013. Οι συνολικές πωλήσεις των 9 εταιρειών παρουσίασαν αυξομειώσεις την εξεταζόμενη πενταετία (μείωση κατά 0,2% 2017/13). Τα μικτά κέρδη ακολούθησαν ανάλογη πορεία (2017/2013:3,2%). Ωστόσο, λόγω υψηλών λειτουργικών εξόδων (υπερβαίνουν τα μικτά κέρδη) τόσο το λειτουργικό αποτέλεσμα όσο και το καθαρό (προ φόρου) αποτέλεσμα ήταν αρνητικό καθ’ όλη την πενταετία, πλην του 2014.