Ο αριθμός των θανάτων της επιδημίας του κορονοϊού στις ΗΠΑ ξεπέρασε τους 40.000 σήμερα, σύμφωνα με απολογισμό του πρακτορείου Reuters. Πρόκειται για τον μεγαλύτερο αριθμό θανάτων παγκοσμίως και για διπλάσιο αριθμό σε σχέση με την Ιταλία, η οποία έρχεται δεύτερη στην παγκόσμια κατάταξη.
Χρειάστηκαν 38 ημέρες στις Ηνωμένων Πολιτείες μετά την καταγραφή του πρώτου θανάτου στις 29 Φεβρουαρίου για να φθάσουν στο όριο των 10.000 θανάτων στις 6 Απριλίου, αλλά μόνο 5 ημέρες για να φθάσουν στο όριο των 20.000 θανάτων, σύμφωνα με τον απολογισμό του Reuters. Οι θάνατοι στις ΗΠΑ έφθασαν από 30.000 σε 40.000 σε 4 ημέρες, με την περίληψη μη εξακριβωμένων με τεστ αλλά πιθανών θανάτων της COVID-19 στην πόλη της Νέας Υόρκης.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τον μεγαλύτερο αριθμό κρουσμάτων, με περισσότερα από 744.000 εξακριβωμένα κρούσματα. Τα κρούσματα αυξήθηκαν κατά 29.000 χθες, στην μικρότερη αύξησή τους κατά τις τρεις τελευταίες ημέρες.
Περισσότερα από 22 εκατομμύρια Αμερικανοί κατέθεσαν αίτηση για επίδομα ανεργίας τον τελευταίο μήνα, καθώς η διακοπή λειτουργίας επιχειρήσεων και ισχυρά απαγορευτικά μέτρα στις μετακινήσεις έπληξαν την αμερικανική οικονομία.
Συνεχίζεται η αύξηση των κρουσμάτων στην Γερμανία. Περίπου 13.000 κλίνες ΜΕΘ ελεύθερες
Τις 142.300 έφθασαν τα κρούσματα του κορονοϊού στην Γερμανία (140.000 κρούσματα την προηγούμενη μέρα), με 4415 άτομα να έχουν καταλήξει από επιπλοκές της Covid-19. Την ίδια ώρα, περισσότεροι από 88.000 άνθρωποι έχουν θεραπευθεί, ενώ ο δείκτης θνητότητας βρίσκεται στο 0,8%.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με την Γερμανική Διεπιστημονική Ένωση για την Εντατική Θεραπεία και την Ιατρική Επειγόντων Περιστατικών (DIVI), περίπου 13.000 κλίνες ΜΕΘ σε όλη την Γερμανία είναι αυτή τη στιγμή ελεύθερες, σε σύνολο 30.000 κλινών. Όπως αναφέρει ο Πρόεδρος της Ένωσης Ούβε Γιάνσενς, «επιτέλους υπάρχει μια αξιόπιστη επισκόπηση των δυνατοτήτων της Γερμανίας». Ο ίδιος πάντως τονίζει ότι με αυτό το δεδομένο η ιατρική και πολιτική κοινότητα «μπορεί να πάρει μια ανάσα», αλλά δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να οδηγηθούμε σε «απατηλή ευφορία», καθώς «δεν έχουμε ούτε κατά διάνοια ξεπεράσει ακόμη τον κίνδυνο».