«Κρίσιμο μεταίχμιο για την επαναλειτουργία της ελληνικής οικονομίας, αλλά και για την κοινωνία» χαρακτήρισε τη φάση στην οποία βρισκόμαστε, ενόψει της σταδιακής άρσης των περιοριστικών μέτρων, ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Χαρίτσης, μιλώντας στον ρ/σ Real FM 97,8.
Κάλεσε την κυβέρνηση να καταθέσει «σαφή, συγκεκριμένο και τεκμηριωμένο σχεδιασμό για την επόμενη ημέρα, σε συνεννόηση με την επιστημονική κοινότητα και με γνώμονα την προάσπιση της δημόσιας υγείας», υπογραμμίζοντας παράλληλα τους κινδύνους, με έμφαση στην οικονομία. Χαρακτήρισε «μη επιστημονικά τεκμηριωμένη,αλλά και εκπαιδευτικά παράλογη -μιας και βρισκόμαστε λίγο πριν τη λήξη της σχολικής χρονιάς- την πολιτική απόφαση της κυβέρνησης Μητσοτάκη να λειτουργήσει κυρίως τα Δημοτικά και τα Γυμνάσια χωρίς, μάλιστα, να υφίστανται πιεστικές εκπαιδευτικές ανάγκες, όπως είναι οι πανελλαδικές εξετάσεις». Τόνισε ότι οφείλει η κυβέρνηση να εξηγήσει γιατί το κάνει «αφού μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να προκαλέσει επέκταση των κρουσμάτων», επισημαίνοντας ότι «σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες που αποφασίστηκε η επαναλειτουργία σχολείων, γίνονταν παράλληλα δεκάδες χιλιάδες τεστ ημερησίως». Ωστόσο, είπε, «είμαστε ουραγοί στην Ευρώπη στα τεστ ανά εκατομμύριο κατοίκων, αλλά ούτε και τα σχολικά μας κτίρια έχουν δυνατότητες για οργάνωση υγειονομικών μέτρων». «Το άνοιγμα των σχολείων είναι βεβιασμένο, αχρείαστο και επικίνδυνο», σημείωσε.
Για την οικονομία, ο κ. Χαρίτσης είπε ότι «οι αναλύσεις των διεθνών οίκων, αλλά και του ΟΟΣΑ και του ΔΝΤ είναι σοκαριστικές όσο αφορά την πορεία της οικονομίας τα επόμενα δύο χρόνια», σχολιάζοντας πως την ίδια ώρα κυβερνητικά στελέχη υποστηρίζουν «με ελαφρότητα» το σενάριο περί απότομης ανάκαμψης που θα ακολουθήσει έπειτα από την απότομη ύφεση. «Δυστυχώς, κάτι τέτοιο δεν επαληθεύεται. Αντίθετα πληθαίνουν τα σενάρια περί βαθιάς ύφεσης και οικονομικής λαίλαπας», σχολίασε. Συγκρίνοντας με τις άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, σημείωσε ότι «η ανάκαμψη στην Ελλάδα θα είναι πολύ πιο δύσκολη, κυρίως λόγω της εξάρτησης της οικονομίας μας από τον τουρισμό, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις αλλά και κλάδους που συνδέονται με τουρισμό, όπως το λιανεμπόριο και η εστίαση, και βέβαια λόγω της εξάρτησής της από την ιδιωτική κατανάλωση». Υπογράμμισε ότι γι’ αυτούς τους λόγους «είναι αναγκαία η λήψη μέτρων θωράκισης της ελληνικής οικονομίας τώρα, γιατί αν μπούμε στον φαύλο κύκλο της παρατεταμένης ύφεσης, μας περιμένουν χιλιάδες λουκέτα και ανεργία σε δυσθεώρητα ύψη». Μίλησε ειδικότερα για απευθείας ρευστότητα στις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους, με έμφαση στις τουριστικές επιχειρήσεις, «για τις οποίες δυστυχώς δεν υπάρχει προς το παρόν κανένα πλαίσιο εφαρμογής υγειονομικών πρωτοκόλλων για το πώς θα λειτουργήσουν και πώς θα ενισχυθούν». Τόνισε ότι η εμπροσθοβαρής παρέμβαση και ενίσχυση της οικονομίας, των επιχειρήσεων και των εργαζομένων, θα δημιουργήσει τη δυνατότητα στο κράτος να έχει και έσοδα με τη σταδιακή επανεκκίνηση της οικονομίας, «τα οποία φαίνεται να έχουν καταρρεύσει».
Επανέλαβε το σχέδιο «Μένουμε Όρθιοι» που έχει καταθέσει ο ΣΥΡΙΖΑ για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας και τις δημοσιονομικές δυνατότητες που υπάρχουν από τον «κουμπαρά» των 50 δισ. (από το «μαξιλάρι», από την άρση των δημοσιονομικών περιορισμών, από τη μη εγγραφή των δαπανών για τον κορονοϊό στον προϋπολογισμό, από τις διαθέσιμες ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις). «Εμείς λέμε η κυβέρνηση να αξιοποιήσει εμπροσθοβαρώς το 50% των χρημάτων αυτών, τα 26 δισ. ευρώ για την άμεση επανεκκίνηση της οικονομίας, πριν η ύφεση βαθύνει», υπογράμμισε.
Έ. Αχτσιόγλου: Μεγάλο ρίσκο το άνοιγμα των σχολείων για λίγες μέρες
Την «πολύ μεγάλη επιφύλαξη» που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ «για το βιαστικό άνοιγμα των σχολείων», εξέφρασε η τομεάρχης Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου, σε συνέντευξή της στο MEGA, προσθέτοντας πως «όταν υπάρχει τέτοια διάσταση απόψεων στην επιστημονική κοινότητα, για ένα τόσο σοβαρό θέμα, η κυβέρνηση θα έπρεπε να κινηθεί πιο προσεκτικά».
Η βουλευτής είπε ότι «η Γ’ Λυκείου, όπου τα παιδιά έχουν να δώσουν πανελλήνιες για την πρόσβασή τους στα πανεπιστήμια, θα πρέπει στοιχειωδώς να ανοίξει για λίγες μέρες», όμως για τις άλλες τάξεις, για τα δημοτικά και τα γυμνάσια, «η ίδια η επιστημονική επιτροπή δεν συμφωνεί για το τι πρέπει να γίνει». Επισήμανε ότι «τα παιδιά, ιδίως στις ηλικίες του δημοτικού, πρακτικά δεν έχουν απόλυτη κατανόηση των συνθηκών υγιεινής που πρέπει να τηρούνται, ενώ στις τάξεις δεν υπάρχει δυνατότητα για επαρκή τήρηση αποστάσεων όπως σε άλλες χώρες». Πρόσθεσε ότι το άνοιγμα των σχολείων θα είναι για 20 ημέρες που απομένουν από το σχολικό έτος και ότι συνεπώς «υπάρχει μεγάλο ρίσκο, γιατί αν ξεκινήσει από τα σχολεία μία διασπορά δεν θα μπορεί να είναι ελεγχόμενη. «Γιατί να ληφθεί ένα τέτοιο ρίσκο; Ποιο θα είναι το όφελος;», ρώτησε.
Για τα μέτρα της κυβέρνησης στο επίπεδο της οικονομίας και της εργασίας είπε ότι οδηγούν σε μειώσεις μισθών και συρρίκνωση των θέσεων εργασίας και πως η κυβέρνηση «δεν δημιούργησε κανένα πλαίσιο προστασίας για την ημέρα που θα ανοίξουν οι επιχειρήσεις, ενώ στις ίδιες τις επιχειρήσεις δεν δόθηκε μία πραγματική ένεση ρευστότητας με ζεστό χρήμα». Τόνισε ότι υπήρχαν δυνατότητες και κεφάλαια ώστε το κράτος να καλύψει τον μισθό των εργαζομένων που πλήττονται και να δώσει μία ένεση ρευστότητας, με 3 δισ. ευρώ μη επιστρεπτέας ενίσχυσης, στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και πως με αυτά οι επιχειρήσεις θα υποχρεώνονταν να διατηρήσουν τους ίδιους εργαζόμενους με τις ίδιες σχέσεις εργασίας. Ανέφερε ότι το επίπεδο της επικείμενης ύφεσης «είναι ως ένα βαθμό αντικειμενικό», όμως «έχει ευθύνη η κυβέρνηση για το μέγεθος της ύφεσης, διότι δεν έλαβε γενναία οικονομικά μέτρα στήριξης της αγοράς και των εργαζομένων».