Προφυλακιστέος κρίθηκε από ανακριτή και εισαγγελέα ο 29χρονος αθλητής από τα Ανώγεια, ο οποίος ομολόγησε ότι αυτός σκότωσε τον 30χρονο συγχωριανό του ο οποίος είχε αρχικά σκοτώσει τον 63χρονο πατέρα του.
Ο 29χρονος που είχε μεταφερθεί από νωρίς το πρωί στο δικαστικό μέγαρο Ρεθύμνου για λόγους ασφάλειας, ξεκίνησε την απολογία και για πάνω από τρεις ώρες έδινε τα στοιχεία για το πως διαδραματίστηκε και εξελίχθηκε η συμπλοκή του με τον 30χρονο που έπεσε νεκρός από τις σφαίρες του όπλου του. Ανθρωποκτονία από πρόθεση ήταν η απόφαση που τον οδήγησε στην προφυλάκιση με τον ίδιο να δηλώνει συγκλονισμένος για όλα όσα έχουν συμβεί αλλά και για το ότι έπραξε το έγκλημα υπό το καθεστώς απόλυτης σύγχυσης, θολούρας, βλέποντας τον πατέρα του νεκρό από το όπλο του 30χρονου συγχωριανού του τον οποίο και σκότωσε. «Από τη στιγμή που η κ. Ανακρίτρια του ζήτησε να αναπτύξει όλα τα στοιχεία για το πώς εξελίχθηκε το τραγικό συμβάν, από κείνη τη στιγμή ο κατηγορούμενος μιλούσε σπάζοντας τις στιγμές της ομολογίας του με αναφιλητά», δήλωσε η συνήγορος του Αλεξάνδρα Σπανάκη. Ο δεύτερος συνήγορος του Διονύσης Βέρρας ανέφερε πως η απολογία ομολογία του εντολέα τους, ήταν συγκλονιστική και δεν άφησε κανέναν μέσα στη δικαστική αίθουσα ασυγκίνητο.
Η απολογία του, αφορούσε όλα τα περιστατικά εκείνης της νύχτας, της μοιραίας νύχτας όπως ανέφερε στο ΑΠΕ ΜΠΕ η συνήγορος του κ. Σπανάκη. «…ήταν απολογία και ομολογία ψυχής. Ήταν συγκλονισμένος, είπε την αλήθεια ανάμεσα σε αναφιλητά και μάλιστα ζητάει από τον κόσμο που γνωρίζει, που είδε, να πει την αλήθεια και μόνο την αλήθεια». Ως μία από τις πολύ έντονες στιγμές της απολογίας του 29χρονου Ανωγειανού αθλητή, σύμφωνα με την κ. Σπανάκη, ήταν όταν ο κατηγορούμενος είπε: «Ο πατέρας ήταν ο άγγελος μου… εγώ τον είχα σαν το κοπέλι μου τον πατέρα μου. Το βράδυ πολλές φορές πήγαινα από πάνω του για να δω αν αναπνέει γιατί φοβόμουνα να μην πάθει κάποιο κακό».
Η απολογία του 29χρονου έγινε στη μεγάλη αίθουσα των δικαστηρίων, για το λόγο ότι έπρεπε να ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα για τον κορονοϊό και μόνο παρουσία των δύο συνηγόρων του, της κ. Ανακρίτριας, της γραμματέως και του κατηγορούμενου. Σχετικά με την υπερασπιστική γραμμή όπως είπε η συνήγορος του: «Από την πρώτη στιγμή μέχρι και τη στιγμή που κρίθηκε προφυλακιστέος, δεν αλλάξαμε καμία θέση μας, καμιά λέξη και ο 29χρονος εντολέας μας, ότι κατέθεσε την πρώτη στιγμή τα ίδια ακριβώς επανέλαβε και ενώπιον της Ανακρίτριας, απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις και για όλα τα ζητήματα που έθεσε η κυρία ανακρίτρια, παρά το γεγονός ότι είχε κατατεθεί ήδη το απολογητικό υπόμνημα. Εμείς δεν θέλουμε να καθυστερήσει η δίκη μιας και δεν υπάρχει κανένας λόγος, δεν θα υποβάλλουμε αιτήματα ούτε για DNA ούτε άλλα αιτήματα αφού όλα τα ευρήματα από τον τόπο του τραγικού συμβάντος, επιβεβαιώνουν με κάθε λεπτομέρεια το τι ακριβώς συνέβη». Αυτός, είπε η κ. Σπανάκη στο Πρακτορείο, είναι και ο λόγος που:
«Στεναχωριόμαστε ως συνήγοροι, όταν αντιλαμβανόμαστε ότι από την πλευρά της οικογένειας του 30χρονου θύματος αλλά και ορισμένων που βρίσκονται δίπλα τους γίνονται κάποιες κινήσεις οι οποίες, δεν στηρίζουν ούτε την αντικειμενική αλήθεια αλλά ούτε και τη δεοντολογία». Αντικειμενικά επιστημονικά και χωρίς καμία δυνατότητα αντίρρησης έχουν βρεθεί επτά κάλυκες από το όπλο του εντολέα μας, λένε οι συνήγοροι Βέλλας και Σπανάκη- και μία βολίδα με έναν κάλυκα πού προέρχεται από το όπλο του 30χρονου θύματος το οποίο και σκότωσε τον πατέρα του εντολέα μας. Όπως ανέφερε ο 29χρονος για τη στιγμή που αντίκρισε τον πατέρα του νεκρό και από πάνω του τον 30χρονο κτηνοτρόφο «…εκείνη την ώρα έσβησε ο κόσμος όλος σβήσανε τα πάντα μπροστά μου, έστριψα το όπλο μου και πυροβόλησα χωρίς να σκεφτώ τίποτα και μη με ρωτάτε πόσες σφαίρες έριξα. Δεν θυμάμαι τίποτα…». Η Αλεξάνδρα Σπανάκη, είπε ότι μία από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές για τον κατηγορούμενο είναι όταν έμαθε ότι διαδίδεται και η άλλη πλευρά υποστηρίζει, πως ο ίδιος σκότωσε εκτός από τον 30χρονο κτηνοτρόφο και τον πατέρα του. Είπε χαρακτηριστικά ότι: «Αν δεν μου φύγει αυτό το βάρος αυτή κατηγορία, εγώ θα πεθάνω, δεν είναι δυνατόν να λέγεται ότι εγώ σκότωσα τον πατέρα μου».
Κατά την αποχώρηση του 29χρονου, από το δικαστικό μέγαρο και παίρνοντας το δρόμο για τις φυλακές, η μητέρα του, τον περίμενε έξω από το δικαστικό μέγαρο μαζί με φίλους και συγγενείς της οικογένειας, και με λόγια συμπαράστασης προσπάθησαν να τον εμψυχώσουν. Κανένα επεισόδιο δε δημιουργήθηκε και καμία ένταση από τους συγχωριανούς του, οι οποίοι ακολούθησαν τις υποδείξεις των αστυνομικών.