Την πεποίθηση ότι η ελληνική οικονομία μπορεί να αποσπάσει σημαντικό μερίδιο των κεφαλαίων που υπάρχουν σήμερα στα χέρια των θεσμικών επενδυτών ανά τον κόσμο, υπό την προϋπόθεση ότι η χώρα θα κάνει τις σωστές κινήσεις, εξέφρασε από το βήμα του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών (Delphi economic forum) ο managing partner (ομόρρυθμος εταίρος) του ισραηλινού κεφαλαίου επιχειρηματικών συμμετοχών Aviv Venture Capital, δρ Αμίρ Γκούτμαν (Amir Guttman).
«Τα καλά νέα είναι ότι υπάρχουν πολλά χρήματα στα χέρια των θεσμικών επενδυτών (π.χ., συνταξιοδοτικών ταμείων). Για παράδειγμα, στο Ισραήλ, στη διάρκεια των 15 χρόνων που μεσολάβησαν μέχρι το 2014, η μέση επένδυση σε νεοφυείς επιχειρήσεις ήταν 1,5 δισ. δολ. ετησίως και τα τελευταία τρία χρόνια έχει φτάσει στα 5,4 δισ. δολ. τον χρόνο. Τα επίσης καλά νέα είναι ότι η ελληνική οικονομία μπορεί να πάρει σημαντικό μερίδιο αυτών των χρημάτων, αν κάνει τα σωστά πράγματα» υπογράμμισε.
Ο ίδιος τόνισε ότι κατά τη συνεργασία που είχε με αντιπροσωπεία της Εθνικής Τράπεζας, διαπίστωσε ότι υπάρχει σημαντικό δυναμικό στην Ελλάδα, αλλά για την καλύτερη αξιοποίησή του θα πρέπει να οικοδομηθεί κατάλληλο «οικοσύστημα», μέσω του οποίου η κυβέρνηση θα μπορεί να επιλύει αστοχίες της αγοράς. «Πολλές δυναμικές νεοφυείς επιχειρήσεις (startups)» πρόσθεσε, «μεταφέρονται σήμερα στη Σίλικον Βάλεϊ (Silicon Valley), ή στο Ισραήλ, ή στη Φιλανδία και άλλες χώρες, που μπορούν να δημιουργήσουν και να υποστηρίξουν τέτοιο οικοσύστημα. Στην Ελλάδα το δυναμικό για τις νεοφυείς επιχειρήσεις είναι τεράστιο, αλλά δεν έχουν τη στήριξη που χρειάζονται» σημείωσε. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε ο κ. Γκούτμαν και στην ανάγκη ανοίγματος της ακαδημαϊκής κοινότητας της Ελλάδας στη βιομηχανία.
«Μεγάλο πρόβλημα για τους επενδυτές η λειτουργία της δικαιοσύνης στην Ελλάδα»
Ευνοϊκά βλέπουν οι επενδυτές στη Βόρεια Αμερική το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία ανακάμπτει και ο δείκτης PMI παρουσιάζει πλέον θετικές επιδόσεις, όπως επισήμανε η Μέγκαν Γκριν (Megan Greene), διευθύνουσα σύμβουλος του επενδυτικού κεφαλαίου Manulife Investments, με έδρα τον Καναδά. Ωστόσο, πρόσθεσε, οι ελληνικοί θεσμοί παραμένουν πολύ αδύναμοι, γεγονός που προβληματίζει τους επενδυτές και τους ωθεί να σκέφτονται ότι προς το παρόν «η επένδυση στην Ελλάδα δεν αξίζει ακόμη τον κόπο».
«Εκείνο όμως που πραγματικά αποθαρρύνει τους επενδυτές είναι το θέμα της δικαιοσύνης. Παρότι η Ελλάδα πέτυχε τεράστια δημοσιονομική προσαρμογή (…), για τους ξένους επενδυτές το θέμα της δικαιοσύνης εξακολουθεί να αποτελεί μεγάλο πρόβλημα, καθώς όταν μια ξένη εταιρεία βρεθεί μπροστά σε ένα ελληνικό δικαστήριο, αναρωτιέται ποιας μεταχείρισης θα τύχει, αλλά και πότε θα τελεσιδικήσει η υπόθεσή της» ισχυρίστηκε η κα Γκριν.
Πρόσθεσε ότι η ύπαρξη προληπτικής γραμμής στήριξης για την Ελλάδα μπορεί να μην είναι απαραίτητη, αλλά θα προσφέρει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους επενδυτές.
«Αύξηση επενδύσεων στην αγορά της Ελλάδας αν υπάρξουν ισχυροί κανόνες»
Την ανάγκη η κυβέρνηση να δώσει προτεραιότητα στις ξένες επενδύσεις, μεταξύ άλλων επιλύοντας προβλήματα που σχετίζονται με τις καθυστερήσεις λόγω γραφειοκρατίας και τον χρόνο ανταπόκρισης των νομικών υποδομών και νομοθετικών θεσμών, υπογράμμισε ο Απόστολος Γκουτζίνης, εταίρος στη διεθνή νομική εταιρεία Milbank, Tweed, Hadley and McCloy, με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο. Όπως είπε, το κλίμα είναι μεν θετικό, αλλά για να «μεταφραστεί» σε επενδύσεις χρειάζεται να επιλυθούν αυτά τα προβλήματα. «Με ισχυρούς κανόνες στην αγορά της Ελλάδας θα έχουμε αύξηση επενδύσεων» σημείωσε.
Κατά τον διευθυντή Ευρώπης της συμβουλευτικής εταιρείας Greenmantle, Δημήτρη Βαλάτσα, τέλος, οι Αμερικανοί επενδυτές δεν πιστεύουν ότι υπάρχει κίνδυνος να επενδύουν στην Ελλάδα, αλλά το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα μεγάλα funds είναι η έλλειψη ρευστότητας στην ελληνική αγορά. Υπογράμμισε ότι αποτελεί πρόβλημα το γεγονός ότι το 87,3% των εργαζομένων στην Ελλάδα απασχολείται σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και το 60% σε μικρές επιχειρήσεις (κάτω των 10 ατόμων) και ότι έτσι δεν λειτουργεί η αγορά σωστά. «Θα πρέπει να γίνουν περισσότερες μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, διότι με την αύξηση του μεγέθους των επιχειρήσεων θα γίνεται καλύτερη κατανομή των κεφαλαίων από το χρηματοπιστωτικό της σύστημα» κατέληξε.
Από την πλευρά του, ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, Φωκίων Καραβίας, τόνισε ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι και ότι η διαθεσιμότητα κεφαλαίων θα δώσει ώθηση στο να γίνουν περισσότερες επενδύσεις στη χώρα. Τόνισε μάλιστα ότι σήμερα ο λόγος επενδύσεων προς ΑΕΠ είναι στο 12%, δηλαδή στο 15% του μέσου όρου της Ευρωζώνης.
«Η χρηματοδότηση επενδύσεων από το εξωτερικό είναι ζωτικής σημασίας άλμα για την Ελλάδα. Το υγιέστερο περιβάλλον, η σταθερά ανοδική τροχιά που θα επιβεβαιωθεί σύντομα και από τα stress tests είναι σημαντικά στοιχεία και θεωρώ ότι καθιστούν τις τέσσερις συστημικές τράπεζες της Ελλάδας ικανές να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις. Το 2017 παρατηρήθηκε άλλωστε αύξηση της χρηματοδότησης και πτώση των spreads δανείων» είπε. Ο κ. Καραβίας ανέφερε ακόμη ότι για την Ελλάδα η προσέλκυση επενδύσεων είναι μια πρόκληση που αντιμετωπίζει προβλήματα τα οποία σχετίζονται κυρίως με τη δημόσια διοίκηση, «που παραμένει εχθρική». «Οι καλύτεροι τομείς για επενδύσεις είναι ο τουρισμός και οι υποδομές του, ο κλάδος της ενέργειας και ο τομέας των logistics. H Eurobank συμμετέχει σε τέσσερα προγράμματα έρευνας για έργα που θα προσελκύσουν 200 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια» κατέληξε.
Ο Σωκράτης Λαζαρίδης, διευθύνων σύμβουλος του ομίλου του Χρηματιστηρίου Αθηνών, ανέφερε ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης, το ελληνικό χρηματιστήριο είχε σειρά επενδυτικών ευκαιριών, ενώ η απόλυτη πλειοψηφία των εταιρειών του μη χρηματοπιστωτικού τομέα στον δείκτη Μεγάλης και Μεσαίας κεφαλαιοποίησης έχουν μέσες αποδόσεις της τάξης του 10%. Μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, όπως σημείωσε, επέστρεψε η αίσθηση ότι τα χρηματιστήρια αποτελούν όχημα άντλησης κεφαλαίων για τις επιχειρήσεις. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως είπε, επιδιώκεται να ενισχυθεί ο ρόλος της κεφαλαιαγοράς ως εργαλείο άντλησης κεφαλαίων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Όσον αφορά τις εκδόσεις εταιρικών ομολόγων, τόνισε ότι το 2017 υπήρξε χρονιά σημαντικής επιτυχίας, καθώς εταιρικές ομολογιακές εκδόσεις ύψους 600-650 εκατ. ευρώ πέτυχαν να συγκεντρώσουν κεφάλαια άνω του 1 δισ. ευρώ.
Η Μαριάννα Πολιτοπούλου, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος της NN Hellas, αναφέρθηκε στο success story της ασφαλιστικής εταιρείας, η οποία κατάφερε να επιστρέψει στην κερδοφορία με ρυθμούς ανάπτυξης σε διάστημα ενός-ενάμιση έτους. Για να γυρίσει σε θετικό πρόσημο η εταιρεία, απαιτήθηκε δομικός μετασχηματισμός, ο οποίος οδήγησε σε ρεκόρ πωλήσεων δεκαετίας σε όλα τα κανάλια διανομής. Προς την κατεύθυνση αυτή, σχεδιάστηκε και υιοθετήθηκε ένα πλάνο με πολύ αυστηρές προθεσμίες και ενέργειες, το οποίο εγκρίθηκε από την μητρική εταιρεία που έχει στηρίξει τα τελευταία χρόνια την ελληνική θυγατρική με επενδύσεις άνω των 300 εκατ. ευρώ. Με στόχο να καταστήσει περισσότερο ελκυστικές στους καταναλωτές τις ασφαλιστικές υπηρεσίες της, η NN Hellas, όπως ανέφερε η κυρία Πολιτοπούλου, έχει δημιουργήσει δύο πολύ καινοτόμα προγράμματα που ασφαλίζουν για πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια περίθαλψη με πολύ χαμηλό κόστος.
Τόνισε ακόμη ότι η επιλογή από την μητρική να τοποθετήσει ελληνική διοίκηση στην ελληνική θυγατρική της, αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης για το ελληνικό management και τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Ο Νίκος Σταθόπουλος, επικεφαλής της BC Partners UK, ανέφερε ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν 1,7 τρισ. δολάρια από private equity funds που δεν έχουν ακόμη επενδυθεί, με την Ελλάδα να διαθέτει μοναδική ευκαιρία να απορροφήσει τμήμα της συγκεκριμένης ρευστότητας. Κι αυτό, επειδή και οι αποτιμήσεις είναι ελκυστικές στην Ελλάδα καθώς υπάρχουν εξαιρετικής ποιότητας, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, διοικητικές ομάδες αλλά και η συγκυρία για υλοποίηση επενδύσεων είναι η κατάλληλη. Ωστόσο, όπως σημείωσε, για να προσελκυστούν οι ξένοι επενδυτές απαιτείται να υπάρξει πραγματική σταθερότητα, όπως και ένα φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον.
Ο Απόστολος Ταμβακάκης, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του fund EOS Capital Partners, αναφέρθηκε στο αντικείμενο της εταιρείας που επικεντρώνεται στην υλοποίηση επενδύσεων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς περίπου το ήμισυ των κεφαλαίων προέρχεται από το Ευρωπαϊκό Επενδυτικό Ταμείο (EIF) και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (EIB). Εξάλλου, όπως είπε, το 99,5% των ελληνικών επιχειρήσεων είναι μικρομεσαίες, διαθέτοντας κύκλο εργασιών έως 50 εκατ. ευρώ και μέχρι 200 άτομα προσωπικό. Η βιομηχανία τροφίμων, το λιανεμπόριο, το Fintech και οι εξωστρεφείς βιομηχανικές εταιρείες, συγκαταλέγονται στους τομείς όπου αναζητά επενδυτικές ευκαιρίες η EOS Capital Partners. Τόνισε ότι η ελληνική αγορά παρουσιάζει μία, άνευ προηγουμένου, ανάγκη για ρευστότητα, δεδομένου ότι η χρηματοδότηση των μικρομεσαίων εταιρειών συρρικνώθηκε κατά 12 φορές από το 2008.
Η ετήσια συνδιάσκεψη διοργανώνεται υπό την αιγίδα της Α.Ε Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Προκοπίου Παυλόπουλου από την αστική, μη κερδοσκοπική εταιρεία «Οικονομικό Φόρουμ Δελφών». Η διοργάνωση πραγματοποιείται, με την υποστήριξη της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας και του Δήμου Δελφών.