Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ετοιμάζει πιθανά μέτρα για την παροχή ρευστότητας στις επιχειρήσεις που έχουν πληγεί από τις οικονομικές συνέπειες της έξαρσης του κοροναϊού, δήλωσαν στο Reuters τρεις πηγές με γνώση των συζητήσεων. Με τον ιό να εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο, οι κεντρικές τράπεζες υφίστανται πίεση να στηρίξουν την ανάπτυξη, η οποία δοκιμάζεται ήδη από τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς, την εξασθένιση της ζήτησης, τις αποδιαρθρώσεις των εφοδιαστικών αλυσίδων και το μαζικό ξεπούλημα στις αγορές.
Το σημαντικότερο μέτρο που συζητείται είναι η χορήγηση στοχευμένων μακροπρόθεσμων δανείων (targeted longer-term refinancing operation, TLTRO) σε μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις στις 19 χώρες της Ευρωζώνης, οι οποίες πιθανόν θα πληγούν περισσότερο από την καθοδική πορεία της οικονομίας. Σύμφωνα με τις πηγές, δεν επίκειται άμεσα κάποια απόφαση για το σχήμα αυτό, καθώς η προπαρασκευαστική εργασία θα πάρει χρόνο. Σημειώνεται ότι η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωσε αργά χθες ότι η τράπεζα είναι έτοιμη να λάβει «κατάλληλα και στοχευμένα» μέτρα.
Τέτοια δάνεια δόθηκαν την προηγούμενη φορά στις τράπεζες με το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ -0,5%, παρέχοντας ουσιαστικά σε αυτές μία έκπτωση εφόσον πετύχουν τους στόχους τους όσον αφορά τις χορηγήσεις δανείων. Ο απλούστερος τρόπος για τη στοχοθέτηση των δανείων σε ένα νέο σχήμα θα ήταν με τον καθορισμό στόχων χορήγησής τους σε μικρότερες εταιρείες, η πρόσβαση των οποίων στις πιστώσεις είναι γενικά πιο περιορισμένη σε σχέση με τις μεγάλες εταιρείες, καθιστώντας τες πιο ευάλωτες σε κάθε επιβράδυνση.
Η ΕΚΤ πιέζει για την προώθηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κεφαλαιαγορών
Ο ρόλος των τραπεζών στη χρηματοδότηση της οικονομίας της Ευρωζώνης μειώνεται, καθώς αυξάνεται ο ρόλος των μη τραπεζικών φορέων, όπως των επενδυτικών και συνταξιοδοτικών ταμείων, σύμφωνα με νέα έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), με τίτλο «Χρηματοπιστωτική Ολοκλήρωση και Δομές στην Ευρωζώνη». Ωστόσο, το ποσοστό των εισηγμένων σε χρηματιστήρια μετοχών και ομολόγων στη συνολική χρηματοδότηση των χωρών της Ευρωζώνης παρέμεινε χαμηλό σχετικά με αυτό των τραπεζικών δανείων και των μη εισηγμένων μετοχών και δεν έχει μεταβληθεί επί αρκετά χρόνια.
«Δεδομένου ότι η συνολική χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση δεν έχει φθάσει ακόμη σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο και ότι τα νοικοκυριά, οι επιχειρήσεις και οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης θα επωφελούνταν από διευρυμένες και με μεγαλύτερο βάθος κεφαλαιαγορές, η ΕΚΤ εκφράζει την ισχυρή στήριξή της στις πρόσφατες πρωτοβουλίες για την προώθηση του σχεδίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κεφαλαιαγορών (CMU)», αναφέρει σε ανακοίνωσή της η ΕΚΤ. «Η πρώτη φάση της CMU είχε σημαντικά αποτελέσματα, αλλά περισσότερα μπορούν να επιτευχθούν. Η επανεκκίνηση της CMU πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για τα επόμενα χρόνια», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουίς ντε Γκίντος για την έκθεση, η οποία εστιάζει στις διαρθρωτικές εξελίξεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Το μέγεθος του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρωζώνης παρέμεινε σε γενικές γραμμές αμετάβλητο τα τελευταία χρόνια, εξαπλάσιο έως επταπλάσιο του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ). Η ισχυρή κυριαρχία των τραπεζών μειώνεται από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, αλλά έχει υπεραντισταθμιστεί από την αύξηση του ρόλου των επενδυτικών ταμείων και άλλων χρηματοπιστωτικών φορέων που δεν μετέχουν στην αγορά χρήματος. Σε μη τραπεζικούς χρηματοδοτικούς φορείς αντιστοιχεί τώρα το 60% του συνολικού χρηματοπιστωτικού ενεργητικού της Ευρωζώνης.
«Η συνεχιζόμενη κυριαρχία των μη εισηγμένων σε αγορές χρηματοδοτικών μέσων, όπως των δανείων και των μη εισηγμένων μετοχών, είναι ενδεικτική της ανάγκης για τη διεύρυνση των κεφαλαιαγορών και την εμβάθυνσή τους», σημειώνει η ΕΚΤ, προσθέτοντας ότι μόνο λίγα μέσα που διαπραγματεύονται σε αγορές, όπως κυρίως τα εταιρικά ομόλογα, δείχνουν μία ελαφρά ανοδική τάση μεσοπρόθεσμα στην Ευρωζώνη, ενώ το ποσό των εισηγμένων μετοχών παραμένει σχετικά χαμηλό. Η ΕΚΤ τονίζει ότι είναι αναγκαία η ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης και η πρόοδος προς μία πραγματική ευρωπαϊκή ένωση κεφαλαιαγορών για να ενισχυθεί η χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση και ανάπτυξη.