Ο κόσμος πλησιάζει το τέλος της χρυσής εποχής του φυσικού αερίου που διαρκεί εδώ και μία δεκαετία, δήλωσε ο διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (International Energy Agency, ΙΕΑ) Φάτιχ Μπιρόλ, εν μέσω της ενεργειακής κρίσης που έχει προκαλέσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και των μαζικών επενδύσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
«Η ζήτηση φυσικού αερίου, ιδιαίτερα στις προηγμένες οικονομίες, υποχωρεί», εξήγησε ο Φάτιχ Μπιρόλ κατά την παρουσίαση της ετήσιας έκθεσης του οργανισμού στην οποία διαπιστώνεται «βαθιά αναπροσαρμογή» των παγκόσμιων αγορών της ενέργειας.
Η έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας αναδεικνύει μία παράδοξη και θετική συνέπεια του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία: οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου αναμένεται να φθάσουν στην κορύφωσή τους το 2025 , μετά την αύξηση και την επιτάχυνση των επενδύσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Οκτώ ημέρες πριν από την Παγκόσμια Διάσκεψη για το Κλίμα COP27, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας προειδοποιεί ωστόσο στην ετήσια έκθεσή του που δημοσιεύεται σήμερα για χάσματα μεταξύ των πλούσιων και των φτωχών χωρών ως προς τις επενδύσεις στις απανθρακοποιημένες πηγές ενέργειας καλώντας σε μία «σημαντική διεθνή προσπάθεια» για την μείωση αυτού του ανησυχητικού χάσματος.
«Οι απαντήσεις των κυβερνήσεων παντού στον κόσμο σε αυτή την ενεργειακή κρίση παραπέμπει σε μία ιστορική καμπή»: «Η κρίση αυτή έχει στην πράξη επιταχύνει την μετάβαση προς την πράσινη ενέργεια», δήλωσε ο Φάτιχ Μπιρόλ κατά την διάρκεια της online συνέντευξης Τύπου.
«Οι αγορές της ενέργειας και οι δημόσιες πολιτικές έχουν αλλάξει από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, όχι μόνο πρόσκαιρα, αλλά για τις επόμενες δεκαετίες», αναφέρεται στην έκθεση του Οργανισμού.
Την ώρα που ορισμένες χώρες επιδιώκουν ενεργά την αύξηση ή την διαφοροποίηση των πηγών τροφοδοσίας τους σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο – ενέργεια προερχόμενη από ορυκτά καύσιμα που προκαλεί μεγάλες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα – πολλοί εξετάζουν την επιτάχυνση των δομικών αλλαγών προς καθαρές μορφές ενέργειας, τονίζει ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας.
«Πλησιάζουμε το τέλος της χρυσής εποχής του φυσικού αερίου», δήλωσε ο Φάτιχ Μπιρόλ. «Η ζήτηση φυσικού αερίου, ιδιαίτερα στις προηγμένες οικονομίες, υποχωρεί» χάρη στις αποτελεσματικότερες και ανανεώσιμες τεχνολογίες και η αύξηση της ζήτησης στις αναπτυσσόμενες χώρες «δεν θα είναι τόσο σημαντική όσο και κατά το παρελθόν λόγω των αυξημένων τιμών».
Η Μόσχα θα χάσει περί τα 1.000 δισεκατομμύρια δολάρια σε εξαγωγές μέχρι το 2030
Η Λοράνς Τουμπιανά, πρώην πρεσβευτής της Γαλλίας για το Κλίμα και εκ των αρχιτεκτόνων της συμφωνίας του Παρισιού του 2015, δήλωσε ότι η έκθεση δείχνει ξεκάθαρα ότι «οι επενδύσεις στις καθαρές πηγές ενέργειας αναμένεται να τριπλασιασθούν μέχρι το 2030 και ότι το φυσικό αέριο βρίσκεται σε αδιέξοδο».
Το ρήγμα στην τροφοδοσία της Ευρώπης με ρωσικό φυσικό αέριο ήρθε με τόση ταχύτητα που λίγοι θα το θεωρούσαν δυνατό ακόμη και τον προηγούμενο χρόνο, αναφέρεται στην ετήσια έκθεση του Διεθνή Οργανισμού Ενέργειας.
Σε κανένα από τα τρία σενάρια που εξετάζει ο Οργανισμός, οι ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν επανέρχονται στα επίπεδα του 2021.
Η Μόσχα θα χάσει περί τα 1.000 δισεκατομμύρια δολάρια σε εξαγωγές μέχρι το 2030, είναι η εκτίμηση του Φάτιχ Μπιρόλ.
Για πρώτη φορά, και τα τρία σενάρια του Οργανισμού εντοπίζουν την προσεχή κορύφωση της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων (άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου) που είναι υπεύθυνα για την υπερθέρμανση της Γης.
Σύμφωνα με το κεντρικό σενάριο, που βασίζεται στις δεσμεύσεις που έχουν ήδη ανακοινώσει οι κυβερνήσεις σχετικά με τις κλιματικές επενδύσεις, οι παγκόσμιες εκπομπές CO2 που συνδέονται με την ενέργεια θα κορυφωθούν στα 37 δισεκατομμύρια τόνους το 2025 και στην συνέχεια θα μειωθούν στα 32 δισεκατομμύρια τόνους το 2050.
Και αυτό θα συμβεί την στιγμή που η περιβαλλοντική συνείδηση δεν αποτελεί παρά το δεύτερο κίνητρο επενδύσεων σε καθαρές μορφές ενέργειας , αφού προηγείται η απαίτηση για την ασφάλεια των προμηθειών, σημειώνει ο Φάτιχ Μπιρόλ.
Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας τονίζει για μία ακόμη φορά την ανάγκη για μαζικές επενδύσεις σε καθαρές μορφές ενέργειας, είτε πρόκειται για πράσινες είτε πρόκειται για απανθρακοποιημένες πηγές, όπως είναι η πυρηνική ενέργεια, και για την επιτάχυνση σε ορισμένους τομείς όπως οι ηλεκτρικές μπαταρίες, τα φωτοβολταϊκά ή το υδρογόνο.
Στο κεντρικό σενάριο, οι επενδύσεις αυτές θα πρέπει να υπερβαίνουν τα 2.000 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2030 και να αυξηθούν στις 4.000 δισεκατομμύρια δολάρια για την εκπλήρωση του σεναρίου που προβλέπει μηδενικές εκπομπές το 2050.