Αύξηση πωλήσεων και σημαντική διεύρυνση της κερδοφορίας τους παρουσίασαν οι επιχειρήσεις το 2017, ενώ θετικά είναι τα μηνύματα και για τη χρήση του 2018 σύμφωνα με τα ομαδοποιημένα αποτελέσματα ενός μεγάλου δείγματος 13.154 ελληνικών επιχειρήσεων (όσες έχουν δημοσιεύσει ισολογισμούς μέχρι 4/1/2019, εκτός τραπεζών-ασφαλειών) που επεξεργάστηκε η ICAP.
Σημειώνεται ότι η ΙCAP προχώρησε στην έκδοση, για πέμπτη χρονιά φέτος, της έκδοσης «H Ελλάδα σε Αριθμούς» η οποία, παρουσιάζει τα οικονομικά μεγέθη και τα χρηματοοικονομικά στοιχεία για το σύνολο των επιχειρήσεων (13.154 εταιρείες) σε σύγκριση δύο ετών (2017-2016).
Αναλυτικότερα, ο συνολικός κύκλος εργασιών των επιχειρήσεων αυξήθηκε κατά 10% περίπου το 2017. Παράλληλα, οι συνεχείς προσπάθειες των εταιρειών για συγκράτηση των δαπανών τους επέδρασαν, για άλλη μια χρονιά, θετικά στα λειτουργικά κέρδη τους, καθώς αυτά διευρύνθηκαν κατά περίπου 17% .
Περαιτέρω, το σύνολο των εταιρειών κατέγραψε το 2017 καθαρά (προ φόρου) κέρδη ύψους 4,67 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 14% έναντι της προηγούμενης χρήσης. Θετικά είναι τα μηνύματα για τις ελληνικές επιχειρήσεις και για τη χρήση του 2018. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, 153 εταιρείες, εκτός τραπεζών, που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών πέτυχαν αύξηση του κύκλου εργασιών τους κατά 9% το πρώτο εξάμηνο του έτους, ενώ τα κέρδη διευρύνθηκαν κατά 25%.
Σε δήλωσή του ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου εταιρειών ICAP, Νικήτας Κωνσταντέλλος, μεταξύ άλλων, ανέφερε: «μετά από μια μακροχρόνια περίοδο ύφεσης, η ελληνική οικονομία εμφάνισε μικρή ανάκαμψη το 2017, καθώς το ΑΕΠ της χώρας κινήθηκε με χαμηλούς αλλά θετικούς ρυθμούς μεταβολής (+1,5% έναντι του 2016). Ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι η ανοδική αυτή τάση συνεχίστηκε και το 2018 και μάλιστα με ελαφρώς αυξανόμενο ρυθμό».
«Σίγουρα η επάνοδος της εγχώριας οικονομίας έστω και σε ελαφρά ανοδική τροχιά επιδρά θετικά στην ελληνική επιχειρηματικότητα. Επιτακτική ανάγκη πλέον είναι η ανάπτυξη της οικονομίας με επιταχυνόμενο ρυθμό και η επικράτηση ενός σταθερού οικονομικού κλίματος, παράγοντας ο οποίος θα βελτιώσει τις συνθήκες λειτουργίας της αγοράς, θα ενισχύσει την επενδυτική δραστηριότητα και θα επιτρέψει στον ελληνικό εταιρικό τομέα να αυξήσει περαιτέρω την παραγωγικότητά του, αποκτώντας μεγαλύτερη αναπτυξιακή δυναμική» πρόσθεσε.