Τον «κώδωνα του κινδύνου» για την κατάσταση που επικρατεί στην Καστοριά κρούουν, με επιστολή τους στον Πρωθυπουργό, τoυς υπουργούς Υγείας και Προστασίας του Πολίτη, τον υφυπουργό Πολιτικής Προστασίας και τον περιφερειάρχη, οι δήμαρχοι Καστοριάς Γιάννης Κορεντσίδης, Άργους Ορεστικού Παναγιώτης Κεπαπτσόγλου και Νεστορίου Χρήστος Γκοσλιόπουλος.
Οι τρεις δήμαρχοι επισημαίνουν τη δεινή θέση στην οποία έχει περιέλθει το νοσοκομείο και η Καστοριά γενικότερα, αφού, μέχρι στιγμής, έχουν διαπιστωθεί «33 επιβεβαιωμένα κρούσματα, εκ των οποίων τα 12 εντοπίζονται στο προσωπικό του νοσοκομείου και 4 θανάτους, εκ των οποίων ο ένας αφορά 41 χρονη μητέρα τριών παιδιών».
Σημειώνουν, δε, ότι στο νοσοκομείο «νοσηλεύονται ήδη 12 ασθενείς, ενώ άλλοι 14 έχουν διακομιστεί σε νοσηλευτικές μονάδες στην Πτολεμαΐδα και τη Θεσσαλονίκη». Οι δήμαρχοι αναφέρουν ότι «ακόμη και σήμερα παραμένουν σε καραντίνα 40 άτομα, γιατροί και νοσηλευτές του νοσοκομείου».
Ζητούν τη μετατροπή του νοσοκομείου Καστοριάς σε νοσοκομείο περίθαλψης περιστατικών Covid-19 και μεταφορά των κλινικών του σε άλλους υγειονομικούς χώρους της περιοχής- Κέντρο Υγείας, ΙΚΑ, ΚΕΦΙΑΠ και ιδιωτικές κλινικές.
Όλες οι διαγνωστικές εξετάσεις (ακτινολογικές, αξονικού τομογράφου κ.ά), που αφορούν τρέχοντα περιστατικά, εκτός δηλαδή αυτών που αφορούν τον ιό, ζητούν «να γίνονται σε εξωτερικά κέντρα, με επίταξή τους από το αρμόδιο Υπουργείο», ενώ τονίζουν την ανάγκη για «άμεση αποστολή προστατευτικών μασκών και ιατροφαρμακευτικού υλικού ακόμη και από άλλα νοσοκομεία που δεν αντιμετωπίζουν την ίδια πίεση».
Ζητούν ακόμη να περάσει από έλεγχο (τεστ για τον ιό) όλο το προσωπικό του νοσοκομείου Καστοριάς και να ολοκληρωθούν άμεσα οι ήδη εκκρεμείς διαδικασίες διάγνωσης και ενημέρωσης αποτελεσμάτων. Αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι «η καθυστέρηση της διενέργειας ελέγχου θέτει σε κίνδυνο το προσωπικό».
Σημειώνουν, τέλος, ότι «η Καστοριά βρίσκεται στα όριά της, αντιμετωπίζει ραγδαία αυξανόμενο αριθμό περιστατικών, ακόμη και θανατηφόρων, παρουσιάζει «προβλήματα, ελλείψεις και καθυστερήσεις στο Νοσοκομείο της, το οποίο έχει καταστεί επίκεντρο διασποράς του ιού λόγω της μεγάλης καθυστέρησης στη λήψη μέτρων από τον ΕΟΔΥ» και προσθέτουν ότι όλα τα παραπάνω «θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και τη ζωή των πολιτών και του ιατρικού προσωπικού που υπηρετεί τις δημόσιες δομές υγείας της περιοχής μας».