Κατατέθηκε το βράδυ της Τετάρτης 18-4-2018 στη Βουλή το νομοσχέδιο για την πώληση λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ Μεγαλόπολης (3 και 4) και Φλώρινας (η υφιστάμενη μονάδα και η άδεια για την κατασκευή δεύτερης) σε εφαρμογή της απόφασης του ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για κατάργηση του μονοπωλίου της ΔΕΗ στη λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή, σε συνδυασμό με την πολιτική απόφαση της κυβέρνησης να μην προχωρήσει η εκμετάλλευση νέων ορυχείων λιγνίτη.
Το νομοσχέδιο ρυθμίζει τη διαδικασία και το χρονοδιάγραμμα της αποεπένδυσης, και προβλέπει μεταξύ άλλων την ίδρυση δύο θυγατρικών της ΔΕΗ, μία για τα περιουσιακά στοιχεία (μονάδες και δικαιώματα εκμετάλλευσης λιγνιτωρυχείων) στο Βορρά και άλλη για το Νότο, προκήρυξη του διαγωνισμού ως το τέλος Μαΐου και ολοκλήρωσή του σε ορίζοντα έξι μηνών.
Σε κινητοποιήσεις κατά της πώλησης προχωρά εν τω μεταξύ η ΓΕΝΟΠ, η οποία απηύθυνε σήμερα ανοιχτή επιστολή προς τους βουλευτές, και αύριο πρόκειται να ανακοινώσει το πρόγραμμα των κινητοποιήσεων. Σε σχέση με τους εργαζόμενους, το νομοσχέδιο προβλέπει διατήρηση των θέσεων εργασίας στις νέες εταιρίες για έξι χρόνια.
Πηγές του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ανέφεραν σχετικά με τις ρυθμίσεις τα εξής:
– Η ΔΕΗ θα παραμείνει πυλώνας της αγοράς ενέργειας υπό το νέο θεσμικό περιβάλλον, που είναι πλήρως εναρμονισμένο με το κοινοτικό δίκαιο. Οι παρεμβάσεις που θα γίνουν, σε εφαρμογή της απόφασης του Ευρωδικαστηρίου, είναι πλήρως συμβατές με τον στρατηγικό σχεδιασμό της επιχείρησης. “Σε αντίθεση με τους σχεδιασμούς της προηγούμενης κυβέρνησης για τη «μικρή ΔΕΗ», εμείς προωθούμε μια «εστιασμένη παρέμβαση», πλήρως συμβατή τόσο με τους κοινοτικούς κανόνες, όσο και με τον στρατηγικό σχεδιασμό της επιχείρησης”.
– Η παραγωγική βάση της ΔΕΗ μένει ανέπαφη, με μοναδική εξαίρεση το κομμάτι των λιγνιτικών μονάδων, στο οποίο έτσι κι αλλιώς θα πρέπει σταδιακά να υπάρξει αποεπένδυση, στο πλαίσιο του στρατηγικού σχεδίου της πιχείρησης για στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) – κάτι που επίσης αποτελεί εθνικό στόχο για το ενεργειακό μείγμα. Δεν πωλούνται υδροηλεκτρικές μονάδες.
– Επιτρέπουμε, έτσι, στη ΔΕΗ να ακολουθήσει τον στρατηγικό της σχεδιασμό, εκμεταλλευόμενη τη φθηνή ενέργεια που προσφέρουν παλαιότερες επενδύσεις σε υδροηλεκτρικά και επενδύοντας σε ΑΠΕ.
– Η διαδικασία αποεπένδυσης στους λιγνίτες, αφενός υπαγορεύεται από τους διεθνείς κανόνες για περιορισμό των εκπομπών ρύπων, την παλαιότητα κάποιων μονάδων, τον βαθμό εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων λιγνίτη, αφετέρου πρέπει να είναι σταδιακή, δεδομένου του ειδικού τους ρόλου ως εθνικό καύσιμο.
– Ο στόχος που αρχικά είχε συμφωνηθεί με την DG Comp, στο πλαίσιο της β’ αξιολόγησης και ως εφαρμογή απόφασης του Ευρωδικαστηρίου, ήταν αρκετά πιο αυστηρός για τη ΔΕΗ, προβλέποντας αποεπένδυση του 40% του λιγνιτικού δυναμικού της ΔΕΗ.
– Η πρόταση που υποβλήθηκε σε market test στα τέλη του 2017 (με απόλυτη επιτυχία, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή που το διενήργησε), προβλέπει ότι σήμερα η ΔΕΗ διατηρεί το 78,6% του λιγνιτικού δυναμικού της και το 90,9% του συνολικού παραγωγικού δυναμικού της.
– Σε μεσοπρόθεσμη βάση (το 2026), η ΔΕΗ θα συνεχίζει να ελέγχει το 68% του λιγνιτικού δυναμικού. Κατά μέσο όρο, μέχρι τότε, η ΔΕΗ θα διατηρεί πάνω από το 70%.
– Σε μακροπρόθεσμη βάση (μέσος όρος περιόδου 2018-35) η ΔΕΗ θα διατηρεί το 65%, προσεγγίζοντας τελικά τον στόχο αποεπένδυσης του 40%. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε και επισήμως (17/4/2018) την πρόταση αυτή ως επαρκή για τη διασφάλιση της δίκαιης πρόσβασης στην παραγωγή ηλεκτρισμού με καύση λιγνίτη, για τους ανταγωνιστές της ΔΕΗ.