Βουτιά κάνουν σήμερα τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, καθώς οι επενδυτές επέστρεψαν από την αργία της Πρωτομαγιάς και βρέθηκαν προ μίας νέας διαμάχης των ΗΠΑ και της Κίνας για την κρίση του κορονοϊού, η οποία προκάλεσε μεγάλη πτώση των μετοχών των κλάδων που επηρεάζονται ιδιαίτερα από τον οικονομικό κύκλο.
Ο πανευρωπαϊκός δείκτης μετοχών Stoxx 600 σημείωνε απώλειες 2,3% στην πρώτη συνεδρίαση του μήνα μετά τα κέρδη 6% που σημείωσε τον Απρίλιο, ενώ ο δείκτης μετοχών της Ευρωζώνης Stoxxe κατέγραφε πτώση 3%. Οι ευαίσθητοι αναφορικά με την οικονομική ανάπτυξη κλάδοι – όπως αυτοί του πετρελαίου, του φυσικού αερίου, των αυτοκινητοβιομηχανιών και των τραπεζών – αποτελούν τα μεγαλύτερα βαρίδια, υποχωρώντας έως και 5%.
Η μετοχή της γερμανικής εταιρείας ThyssenKrupp βούλιαξε 16,4% μετά τη δήλωση της διοίκησης προς το προσωπικό της ότι η πανδημία μπορεί να προκαλέσει νέα οικονομική πίεση παρά την πώληση της μονάδας των ανελκυστήρων. Οι περισσότερες αγορές της Ευρωζώνης αισθάνθηκαν, επίσης, την πίεση από την πτώση των δεικτών της Wall Street την Παρασκευή μετά την απειλή του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, για επιβολή νέων δασμών στην Κίνα λόγω της πανδημίας του κορονοϊού. Εκτοξεύοντας στα ύψη την ένταση με την Κίνα, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, δήλωσε χθες ότι υπάρχει «ένας μεγάλος αριθμός ενδείξεων» πως ο ιός προήλθε από κινεζικό εργαστήριο. Η κινεζική εφημερίδα Global Times ανέφερε στο κύριο άρθρο της ότι ο Πομπέο μπλοφάρει.
Οι ευρωπαϊκές μετοχές σκαρφάλωσαν σε υψηλό επίπεδο σχεδόν δύο μηνών την περασμένη εβδομάδα, αφού χώρες όπως η Ιταλία και η Γερμανία προχώρησαν στο άνοιγμα των οικονομιών τους και εν μέσω ελπίδων μίας θεραπείας της νόσου COVID-19, καθώς το φάρμακο της Gilead Sciences κατά του ιού, το remdesivir, βοήθησε στη βελτίωση των αποτελεσμάτων της θεραπείας ασθενών. Ωστόσο, τα στοιχεία από την έρευνα της εταιρείας IHS Markit έδειξαν ότι ο δείκτης υπεύθυνων προμηθειών για τον μεταποιητικό τομέα της Ευρωζώνης βυθίστηκε στις 33,4 μονάδες τον Απρίλιο, που είναι η χαμηλότερη τιμή από τότε που άρχισε η έρευνα στα μέσα του 1997, καθώς τα περιοριστικά μέτρα για να σταματήσει η εξάπλωση του κορονοϊού ανάγκασαν εργοστάσια να κλείσουν και τους καταναλωτές να μείνουν στα σπίτιά τους.
Οι αναλυτές μετοχών της JP Morgan υποβάθμισαν τη σύσταση για την αγορά μετοχών της Ευρωζώνης σε «ουδέτερη» από «μεγάλου βάρους», αναφέροντας ότι η κλίση της σε μετοχές, όπως οι τραπεζικές, αποτελεί βαρίδι και ότι η αντίδραση της πολιτικής στην κρίση της COVID-19 είναι πιο αδύναμη. Αναμένουν, επίσης, οι παγκόσμιες μετοχές «να περάσουν μία φάση παγίωσης/αδυναμίας» με τον μελλοντικό λόγο τιμών προς κέρδη να επανέρχεται σε υψηλά επίπεδα 20 ετών.
Ο γερμανικός χρηματιστηριακός δείκτης DAX σημείωνε απώλειες 3,1% και ο γαλλικός CAC 40 υποχωρούσε 3,6% καθώς οι μετοχές των αυτοκινητοβιομηχανιών PSA και Renault έκαναν βουτιά μετά τα στοιχεία που έδειξαν ότι οι πωλήσεις γαλλικών αυτοκινήτων μειώθηκαν σχεδόν 89% τον Απρίλιο. Η μετοχή της Roche σημείωνε άνοδο 0,3% καθώς έλαβε έκτακτη έγκριση από τις ΗΠΑ για το τεστ αντισωμάτων που θα δείχνει αν οι άνθρωποι έχουν μολυνθεί από τον κορονοϊό.