Η ρύθμιση για τον ειδικό λογαριασμό των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα ωφελήσει τη ΔΕΗ περί τα 300 εκατ. ευρώ και δημιουργεί ένα σημαντικό περιθώριο για την τιμολογιακή πολιτική, ακυρώνοντας κάθε συζήτηση για αύξηση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος.
Αυτό επισημαίνει ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης σε συνέντευξη του προς το ΑΠΕ – ΜΠΕ.
Ο υπουργός τονίζει ακόμη ότι:
-Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα θα ολοκληρωθεί τον Σεπτέμβριο.
-Είναι σε εξέλιξη διαπραγμάτευση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να συμμετέχουν και λιγνιτικές μονάδες στο Μηχανισμό
Αποζημίωσης Επάρκειας Ισχύος.
-Ο εξηλεκτρισμός στις μεταφορές και την θέρμανση/ψύξη καθώς και οι διασυνδέσεις των νησιών θα οδηγήσουν σε αύξηση της ζήτησης ρεύματος τα επόμενα χρόνια. Γι’ αυτό προωθούνται προγράμματα βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας.
-Για να αντεπεξέλθει η ΔΕΗ με επιτυχία στο νέο περιβάλλον θα πρέπει να προσφέρει ανταγωνιστικά προϊόντα στους καταναλωτές και ήδη κινείται προς την κατεύθυνση αυτή.
Ο κ. Σταθάκης αναφέρεται εξάλλου στην πορεία επίτευξης των στόχων για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στην εξέλιξη των διαπραγματεύσεων για τον αγωγό φυσικού αερίου East Med, στα αποτελέσματα του προγράμματος Εξοικονομώ κατ’ Οίκον καθώς και στην ρύθμιση για την χρήση κατοικιών ως επαγγελματικής έδρας.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργου Σταθάκη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ:
Υπήρξαν πρόσφατα αναφορές για το ενδεχόμενο αυξήσεων στα τιμολόγια της ΔΕΗ (ή/ και κατάργησης των εκπτώσεων) σε συνάρτηση με τις επιδόσεις στον τομέα της αντιμετώπισης των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Πιστεύετε ότι είναι αναγκαίες οι αυξήσεις ή μπορούν να αποφευχθούν;
Πρόσφατα προχωρήσαμε στην τροποποίηση του ν. 4001 (για τον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ), δρομολογώντας την αποκλιμάκωση της χρέωσης προμηθευτή. Κάτι που θα ωφελήσει τη ΔΕΗ περί τα 300 εκατ. ευρώ. Αυτή η μείωση δημιουργεί ένα σημαντικό περιθώριο για την τιμολογιακή πολιτική, ακυρώνοντας κάθε συζήτηση για αύξηση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος.
Όπως άλλωστε επιβεβαιώνεται και στα πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, στην Ελλάδα το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για τα νοικοκυριά, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις επιβαρύνσεις, υποχώρησε το β’ εξάμηνο του 2017 κατά 6%, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2016. Πρόκειται για την τρίτη καλύτερη επίδοση μεταξύ των 19 κρατών της Ευρωζώνης, με τη μέση τιμή των 100 KWh να είναι στην Ελλάδα φθηνότερη κατά το ένα τέταρτο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (16,2 έναντι 21,8 ευρώ).
Όχι μόνο δεν υπήρξαν αυξήσεις τιμών αλλά τελικά αυτές μειώθηκαν, παρότι ήταν ήδη σημαντικά χαμηλότερες του μέσου όρου της Ευρωζώνης. Παράλληλα τα στοιχεία καταρρίπτουν τον μύθο περί ακραίων επιβαρύνσεων στους λογαριασμούς, καθώς στην Ελλάδα περίπου το ένα τρίτο της τελικής τιμής αφορά επιβαρύνσεις από το κράτος, ποσοστό αισθητά χαμηλότερο του μέσου όρου της Ευρωζώνης (44%).
Στο επιχειρηματικό σχέδιο της ΔΕΗ για την περίοδο 2018-2022 γίνεται λόγος για πιέσεις στο Ελληνικό Σύστημα Ηλεκτρικής Ενέργειας, λόγω της απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων. Επίσης, η ΔΕΗ συνδέει το αποτέλεσμα του διαγωνισμού για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων Μεγαλόπολης και Φλώρινας αφενός με την καταβολή αποζημιώσεων ισχύος στις λιγνιτικές μονάδες και αφετέρου με την ολοκλήρωση του ενεργειακού σχεδιασμού που θα δείξει το μερίδιο των λιγνιτών στην ελληνική αγορά την επόμενη δεκαετία. Πώς σχολιάζετε τις θέσεις αυτές;
Στο πλαίσιο της στροφής προς τις ΑΠΕ, στη μεταβατική περίοδο, στοχεύουμε οι νέες επενδύσεις στην παραγωγή ενέργειας να κατευθυνθούν σε αυτές – με μία σημαντική εξαίρεση: τη λειτουργία της 5ης μονάδας στην Πτολεμαΐδα, που αποτελεί το μεγαλύτερο σε εξέλιξη επενδυτικό σχέδιο της ΔΕΗ.
Κατά τη μετάβαση απαιτείται, βέβαια, ειδική μέριμνα: Τα επόμενα χρόνια κάποιες από τις υφιστάμενες λιγνιτικές μονάδες θα τεθούν εκτός λειτουργίας. Αυτό το κενό θα κληθούν τελικά να καλύψουν οι ΑΠΕ και κατά τη μεταβατική περίοδο, ως γέφυρα, μονάδες φυσικού αερίου.
Η ακριβής στρατηγική αποτελεί έναν από τους κεντρικούς άξονες του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα, επί του οποίου η διαβούλευση έχει ήδη προχωρήσει και θα ολοκληρωθεί τον Σεπτέμβριο, προκειμένου αυτό να υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Ένα κρίσιμο ζητούμενο είναι να υλοποιηθούν νέες επενδύσεις σε ΑΠΕ. Αναμορφώσαμε το σχετικό θεσμικό πλαίσιο και ήδη διενεργήθηκε, με μεγάλη επιτυχία, ο πρώτος διαγωνισμός, προσελκύοντας ισχυρό ενδιαφέρον και από το εξωτερικό. Ο ισχυρός ανταγωνισμός οδήγησε σε αρκετά χαμηλές τιμές, αποδεικνύοντας ότι σταδιακά η παραγωγή ΑΠΕ θα μπορεί να κινηθεί στα επίπεδα κόστους των συμβατικών τεχνολογιών. Τα επόμενα τρία χρόνια οι επενδυτές θα κληθούν να καταθέσουν, σε αντίστοιχους διαγωνισμούς, προσφορές για έργα παραγωγής άνω των 2,5 GW μέσω ΑΠΕ.
Επιπλέον, στη μεγαλύτερη ευστάθεια του δικτύου θα συμβάλλει σημαντικά η ανάπτυξή του, τόσο στο εσωτερικό όσο και στις διασυνδέσεις με γειτονικές χώρες. Στην πρώτη περίπτωση, η επέκταση του ηπειρωτικού δικτύου στα νησιά θα αντιμετωπίσει οριστικά τα προβλήματα ευστάθειας κατά την τουριστική περίοδο. Στη δεύτερη περίπτωση, οι διασυνδέσεις θα επιτρέψουν να λειτουργήσει το λεγόμενο Μοντέλο-στόχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με το οποίο δημιουργείται ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας, με τη μία χώρα να καλύπτει, σε καθημερινή βάση, τις ανάγκες της γειτονικής σε φορτία.
Προσθέστε, επίσης, τις νέες δυνατότητες που προσφέρουν οι επενδύσεις σε υποδομές φυσικού αερίου, με τους αγωγούς και τους σταθμούς μεταφόρτωσης. Η Ελλάδα αναδεικνύεται σε πύλη της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου, κάτι που θα διευκολύνει την ηλεκτροπαραγωγή από μονάδες φυσικού αερίου κατά τη μεταβατική περίοδο αλλά θα έχει και μακροπρόθεσμα οφέλη για τη χώρα.
Το υπουργείο προχωρά, επίσης, στο σχεδιασμό του Μακροχρόνιου Μηχανισμού Αποζημίωσης Επάρκειας Ισχύος, με βάση τον οποίο θα αποζημιώνονται όλες οι τεχνολογίες. Διαπραγματευόμαστε, μάλιστα, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο Μηχανισμό να συμμετέχουν και λιγνιτικές μονάδες.
Όλα αυτά διασφαλίζουν πλήρη και σταθερό ενεργειακό εφοδιασμό. Υπάρχει όμως και η άλλη όψη του νομίσματος, η οποία επίσης απασχολεί το Εθνικό Σχέδιο: Πέραν της προσφοράς ηλεκτρικής ενέργειας υπάρχει και το σκέλος της ζήτησης κατά τα επόμενα χρόνια. Για μια σειρά από παράγοντες αυτή αναμένεται αυξημένη – θα αναφέρω ενδεικτικά δύο: Πρώτον, την ισχυρή τάση εξηλεκτρισμού στους τομείς θέρμανσης/ψύξης και μεταφορών. Δεύτερον, τις διασυνδέσεις νησιών με το ηπειρωτικό σύστημα, ώστε αυτά να πάψουν να βασίζονται σε ηλεκτροπαραγωγή με καύσιμο πετρέλαιο. Για να τις αντισταθμίσουμε προωθούμε τη σημαντική αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας, με μια δέσμη παρεμβάσεων στα κτίρια, στη μεταποίηση και στις μεταφορές. Φιλοδοξούμε έτσι να συγκρατηθεί η αύξηση της ζήτησης και άρα να ισοσκελίζεται το ενεργειακό ισοζύγιο σε χαμηλότερα επίπεδα προσφοράς.
Το ΔΣ της ΔΕΗ ενέκρινε την περασμένη εβδομάδα το νέο επιχειρηματικό σχέδιο για την περίοδο 2018 – 2022. Πιστεύετε ότι απαντά στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η επιχείρηση;
Ο ρόλος του υπουργείου δεν είναι να κρίνει συγκεκριμένες εταιρικές επιλογές αλλά να διαμορφώνει το θεσμικό πλαίσιο. Η αγορά ενέργειας αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόκληση, καθώς βρίσκεται προ μιας πραγματικής κοσμογονίας.
Πρώτον, σημαντικές αλλαγές θα φέρει η λειτουργία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας και της νέας αγοράς, όπου πελάτες της μεσαίας ή υψηλής τάσης θα συνάπτουν προθεσμιακά συμβόλαια με τις εταιρείες παραγωγής. Σε αυτά θα αποτυπώνεται όχι μόνο η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας αλλά και το επίπεδο ρύπων που προκύπτουν από την παραγωγή της. Οι επιχειρήσεις-πελάτες θα μπορούν να αξιοποιούν αυτό το ενεργειακό πιστοποιητικό, προβάλλοντας τον «πράσινο» χαρακτήρα των προϊόντων τους. Άρα θα δημιουργηθεί ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ και η ΔΕΗ καλείται να προσαρμοστεί σε αυτό. Προς την κατεύθυνση αυτή, στο επιχειρηματικό της σχέδιο περιλαμβάνει επενδύσεις άνω των 850 εκατ. ευρώ σε ΑΠΕ.
Δεύτερον, η ΔΕΗ θα δραστηριοποιείται, πλέον, σε μια ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας. Διασφαλίσαμε την πλήρη εναρμόνιση της λειτουργίας της με το κοινοτικό πλαίσιο. Προχωρά η διαδικασία της αποεπένδυσης στον λιγνίτη, που δίνει τέλος σε μια μακρά αντιδικία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Παράλληλα διαχωρίσαμε τα δίκτυα από το κομμάτι της εμπορίας, διασφαλίζοντας την παραμονή τους υπό δημόσιο έλεγχο. Άρα θεσμικά η ΔΕΗ είναι έτοιμη να δραστηριοποιηθεί στο περιβάλλον αυτό.
Για να αντεπεξέλθει με επιτυχία, όμως, θα πρέπει να προσφέρει ανταγωνιστικά προϊόντα στους καταναλωτές. Εδώ υπάρχει ένας τρίτος νέος παράγοντας – μια «έκρηξη» σε καινούριες υπηρεσίες και προϊόντα, που αξιοποιούν τις σύγχρονες τεχνολογίες. Θα αναφέρω, ως παράδειγμα, τη χρήση των «έξυπνων μετρητών», που σύντομα θα μπουν στη ζωή μας και δημιουργούν δυνατότητες για «προϊόντα» καλύτερα προσαρμοσμένα στις ανάγκες του κάθε καταναλωτή, συμβάλλοντας στην εξοικονόμηση ενέργειας. Η ΔΕΗ θα κληθεί να αξιοποιήσει αυτές τις νέες δυνατότητες, καθώς και να επιμείνει στον εξορθολογισμό της παραγωγής, ώστε να είναι ανταγωνιστική.
Ένας τέταρτος νέος παράγοντας είναι η ανάδειξη μιας ενιαίας ενεργειακής αγοράς, που περιλαμβάνει τόσο τον ηλεκτρισμό όσο και το φυσικό αέριο. Μετά την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς αερίου, στην αρχή του έτους, οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη μία αγορά αρχίζουν να επεκτείνονται και στην άλλη. Ήδη η ΔΕΗ κινείται προς αυτή την κατεύθυνση, εισερχόμενη στην αγορά φυσικού αερίου και προσφέροντας συνδυασμένα πακέτα.
Υποστηρίξατε την θέσπιση φιλόδοξων στόχων για την συμμετοχή των ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό ισοζύγιο ως το 2030. Ωστόσο φορείς της αγοράς όπως η ΕΛΕΤΑΕΝ θεωρούν ότι η Ελλάδα δεν θα πιάσει τους στόχους του 2020. Συμφωνείτε με την εκτίμηση αυτή και τι σας κάνει να είστε αισιόδοξος για το στόχο του 2030;
Οι αποτιμήσεις της ΕΛΕΤΑΕΝ είναι λανθασμένες. Ήδη στην ηλεκτροπαραγωγή το 29% είναι από ΑΠΕ και στόχος είναι να φτάσει το 50% έως το 2030, για να πετύχουμε τη δέσμευση για 32% στο σύνολο της κατανάλωσης (βιομηχανία, κτήρια, μεταφορές, τουρισμό κα). Η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά στην τροχιά επίτευξης των στόχων που απορρέουν από τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις για τα επόμενα χρόνια και μάλιστα υποστηρίξαμε την υιοθέτηση ακόμα πιο φιλόδοξων στόχων για το 2030.
Παράλληλα, όπως προανέφερα, έχει εκκινήσει και μία πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα διαδικασία εκπόνησης του μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού. Όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς, αλλά και τα πολιτικά κόμματα, καλούνται να καταθέσουν τις απόψεις τους με ορίζοντα το 2030, όπου θα διαφανεί και ο βέλτιστος τρόπος συμβολής στις συγκεκριμένες δεσμεύσεις μέσω των εθνικών στόχων. Το τοπίο στην ενέργεια αλλάζει ραγδαία. Το 2030 τίποτα δεν θα είναι όπως το γνωρίζουμε έως τώρα. Αρκεί η χώρα να κινηθεί αποφασιστικά και τολμηρά, με σχέδιο και όραμα, τα επόμενα 12 χρόνια.
Σε ποιο σημείο βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις για τον αγωγό φυσικού αερίου EastMed; Βρισκόμαστε κοντά στην υπογραφή διακρατικής συμφωνίας;
Ήδη πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες συναντήσεις αποφασιστικής σημασίας σε τεχνικό επίπεδο (και θα συνεχιστούν), μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου, Ιταλίας και Ισραήλ, για την προώθηση της κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου EastMed.
Κατά τη διάρκεια των συναντήσεων, εξετάστηκε σχέδιο διακυβερνητικής συμφωνίας των τεσσάρων χωρών προκειμένου να προχωρήσει η υλοποίηση αυτού του εμβληματικού ενεργειακού έργου, που θα ενώνει το Ισραήλ και την Κύπρο με την Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη. Συζητήθηκαν διεξοδικά όλες οι πτυχές του θέματος, σε κλίμα συναίνεσης, προκειμένου να ολοκληρωθεί η σχετική διαδικασία και να υπογραφεί η διακυβερνητική συμφωνία το συντομότερο.
Ανακοινώθηκε η υπαγωγή των πρώτων αιτήσεων στο πρόγραμμα «Εξοικονόμηση κατ’ Οίκον ΙΙ», που σημαίνει ότι οι δικαιούχοι μπορούν να ξεκινήσουν τα έργα που προγραμματίζουν. Τι δείχνουν τα πρώτα στοιχεία;
Σχεδόν τρεις μήνες μετά την έναρξη του Προγράμματος οι πρώτοι πόροι θα εισρεύσουν στην οικονομία, καθώς τις επόμενες ημέρες αναμένεται να εκκινήσουν τα πρώτα έργα. Την εβδομάδα που πέρασε συνεδρίασε η Επενδυτική Επιτροπή του Προγράμματος και ενέκρινε την υπαγωγή των πρώτων 13.500 αιτήσεων. Πρόκειται για ωφελούμενους που δεν επιθυμούν να λάβουν δάνειο για να χρηματοδοτήσουν την ίδια συμμετοχή. Αντιστοιχούν περίπου στο ένα τέταρτο των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί και αναμένεται να κινητοποιήσουν πόρους, δημόσιους και ιδιωτικούς, αξίας άνω των 200 εκατ. ευρώ.
Μας χαροποιεί, δε, ιδιαίτερα ότι τα στατιστικά στοιχεία παραπέμπουν σε επίτευξη των δύο βασικών μας στόχων: Να ωφεληθούν πρωτίστως άτομα με χαμηλότερα εισοδήματα (πάνω από 70% των δικαιούχων έχουν είτε ατομικό εισόδημα κάτω από 10.000 ευρώ είτε οικογενειακό κάτω από 20.000 ευρώ) και να υπάρξει σημαντική βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης (σχεδόν οι μισές αιτήσεις αφορούν παρεμβάσεις σε κτίρια της χαμηλότερης ενεργειακής βαθμίδας).
Δημοσιεύματα του Τύπου και φορείς όπως η Ομοσπονδία Ιδιοκτητών επισημαίνουν ότι με το ΠΔ 59/29.6.2018 για τις χρήσεις γης δημιουργούνται προβλήματα στη χρήση κατοικιών ως επαγγελματικής έδρας. Τι απαντάτε;
Αναφέρεστε φαντάζομαι σε μία μεταβολή, που αφορά την αξιοποίηση ακινήτου ως επαγγελματικού χώρου σε περιοχές αμιγούς κατοικίας. Αυτό είναι το πρώτο στοιχείο που πρέπει να κρατήσουμε – μιλάμε αποκλειστικά για τις περιοχές αμιγούς κατοικίας, οι οποίες αποτελούν ένα μικρό μέρος του συνόλου.
Δεύτερον, το νέο αυτό πλαίσιο θα τεθεί σε εφαρμογή όταν υπάρξουν τα νέα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια – άρα δεν πρόκειται να ισχύσει άμεσα και μπορεί να ληφθεί υπόψη στο σχεδιασμό.
Τρίτον, ακόμα και όταν ενεργοποιηθεί δεν θα έχει αναδρομική ισχύ – άρα δεν θα αφορά όσους επαγγελματικούς χώρους υπάρχουν μέχρι τότε.
Τέταρτον, το νέο θεσμικό πλαίσιο δεν αφορά ακίνητα που χρησιμοποιούνται εκτός από επαγγελματική έδρα και ως κύρια κατοικία.
Το νέο θεσμικό πλαίσιο αφορά μόνο όσους, μετά την ενεργοποίησή του, θελήσουν να νοικιάσουν ακίνητο για να το χρησιμοποιήσουν αποκλειστικά ως επαγγελματική έδρα. Αυτό δεν θα μπορεί να συμβαίνει σε περιοχές αμιγούς κατοικίας, οι οποίες θα καθοριστούν από τα Τοπικά Χωρικά Σχέδια, που θα καταρτίσουν οι Δήμοι.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ούτε με το θεσμικό πλαίσιο που ίσχυε προηγουμένως ήταν σαφές ότι μπορούσε να συμβεί. Υπήρχαν ερωτήματα εφαρμογής, τα οποία επιλύονταν είτε βάσει τοπικά διαφοροποιημένων ερμηνειών, είτε, στην καλύτερη περίπτωση, μέσω διευκρινιστικών εγγράφων της αρμόδιας υπηρεσίας του ΥΠΕΝ. Για παράδειγμα η φράση «χώροι κτιρίων κατοικίας» επιδέχεται διαφόρων ερμηνειών (π.χ. ολόκληρη η κατοικία ή μέρος της). Όσοι επέλεγαν να κάνουν χρήση της διάταξης, απλά «πόνταραν» ότι θα συνεχίσει σιωπηρά να ερμηνεύεται με τον πλέον διασταλτικό τρόπο.
Η διάταξη που φέραμε περιγράφει, λοιπόν, ρητά και με σαφήνεια, το μελλοντικό πλαίσιο χρήσης χώρων κατοικίας ως επαγγελματική στέγη, σε περιοχές όπου ο χαρακτηρισμός της αμιγούς κατοικίας (και όχι, για παράδειγμα, της γενικής κατοικίας) δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά.