«Η προετοιμασία για την επόμενη μέρα, έχει ήδη ξεκινήσει. Στόχος της κυβέρνησης είναι αμέσως μετά την 21η Αυγούστου, την ημερομηνία της τυπικής λήξης του προγράμματος, να έχουν διευθετηθεί οι τελευταίες λεπτομέρειες για μια σειρά από παρεμβάσεις υπέρ της κοινωνικής πλειοψηφίας», τονίζει ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, σε συνέντευξη στην ιστοσελίδα Dikaiologitika News.
Για την κυβέρνηση το ουσιαστικό ζήτημα είναι το τέλος των μνημονίων να μεταφραστεί με τρόπο έμπρακτο στη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών, επισημαίνει ο κ. Τζανακόπουλος και σε ερώτηση για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις σημειώνει πως έχει δρομολογηθεί η επαναφορά τους, ενώ μέσα στο 2018 θα αναληφθούν οι απαραίτητες πρωτοβουλίες για τις αυξήσεις μισθών.
«Όσον αφορά στην επεκτασιμότητα των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης, δηλαδή τις βασικές αρχές του συλλογικού εργατικού δικαίου, η επαναφορά τους ήδη έχει δρομολογηθεί καθώς έχει ψηφιστεί το σχετικό νομοσχέδιο, για την άμεση ισχύ τους από την 21η Αυγούστου. Όσον αφορά την αύξηση του κατώτατου μισθού, η επεξεργασία των βημάτων που θα οδηγήσουν εκεί, προχωρά τάχιστα και εντός του 2018 θα παρθούν οι απαραίτητες πρωτοβουλίες», τονίζει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και συνεχίζει:
«Η ανεργία έφτασε στο 28%, σε μια περίοδο που η αθροιστική απώλεια ΑΕΠ -από το 2010 ως το 2014- άγγιξε το 25%. Επομένως, η μείωση της κατά 7 μονάδες, από το 2015 σε συνθήκες κατά κύριο λόγο σταθεροποίησης του ΑΕΠ, είναι ένα σημαντικό επίτευγμα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι μέσα στην τριετία της διακυβέρνησης μας έχουν δημιουργηθεί 350.000 περισσότερες θέσεις και μάλιστα με βελτίωση του λόγου θέσεων μερικής και πλήρους απασχόλησης υπέρ των δεύτερων. Καταλαβαίνει λοιπόν κάποιος, ότι εφόσον η οικονομία τρέξει με υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης όπως προβλέπεται αυτό θα έχει συνέπεια την ακόμη μεγαλύτερη αύξηση των θέσεων εργασίας. Με τη χώρα, να κλείνει το πρώτο τρίμηνο του 2018 με ρυθμούς ανάπτυξης 2,3% είναι σαφές ότι βρισκόμαστε σε πολύ καλό δρόμο.Η ελληνική κυβέρνηση έχει αποδείξει όλο αυτό το διάστημα ότι τα παραπάνω αποτελούν πρώτιστη προτεραιότητα της καθώς η επαναρρύθμιση της αγοράς εργασίας βρίσκεται στο επίκεντρο της στρατηγικής για τη δίκαιη ανάπτυξη».
Σε ερώτηση για την κριτική περί “τέταρτου μνημονίου” που ασκεί η Νέα Δημοκρατία απαντά πως σε όλη την Ευρώπη, το τέλος των προγραμμάτων λιτότητας στην Ελλάδα γίνεται δεκτό με θετικά σχόλια και ανακούφιση και συμπληρώνει: «Το μόνο που έχω να πω είναι ότι η ΝΔ, από τότε που ανέλαβε την ηγεσία της ο κ. Μητσοτάκης, δεν ασκεί καθήκοντα αξιωματικής αντιπολίτευσης. Φέρεται σαν μία ομάδα ανθρώπων με μοναδική επιδίωξη το διαρκές σαμποτάζ της χώρας και των προοπτικών της. Δεν αντέχει την πραγματικότητα, οπότε προσπαθεί δια της ισχυρής πρόσδεσης που έχει με τους μηχανισμούς προπαγάνδας μιας σειράς από ΜΜΕ, να διαμορφώσει -με τρόπο άγαρμπο και πολλές φορές υστερικό- μια εικόνα κατάρρευσης της χώρας, της οικονομίας, των θεσμών. Δεν υπάρχει έδαφος για αντιπαράθεση με αυτού του είδους τη στρατηγική. Όμως, επειδή ο κριτής μας δεν είναι οι οικονομικές ελίτ και οι ολιγάρχες, αλλά ο ελληνικός λαός, όταν έρθει η ώρα της κάλπης, αυτός θα αποφασίσει με βάση την πραγματικότητα που θα έχει διαμορφωθεί. Και θα συγκρίνει. Την Ελλάδα των μνημονίων, της λιτότητας και του κράτους εκτάκτου ανάγκης, της περιόδου 2010-2014. Και την Ελλάδα που τελείωσε με τα μνημόνια, αποκαθιστά τις πληγές της κρίσης, αναβαθμίζει το κοινωνικό κράτος και τις δομές του και γίνεται μια σύγχρονη ευρωπαϊκή δημοκρατία».
Ως προς το διακύβευμα των επόμενων βουλευτικών εκλογών, ο κ. Τζανακόπουλος υπογραμμίζει πως θα είναι ανάμεσα στην Ελλάδα της περιόδου 2010-2014 και την Ελλάδα της νέας εποχής. «Ο ελληνικός λαός θα έχει τη δυνατότητα να επιλέξει ανάμεσα στην επιστροφή σε ένα παρελθόν οικονομικής καχεξίας, ακραίας λιτότητας και πολιτικού αμοραλισμού και σε ένα άλμα προς το μέλλον. Θα έχει να επιλέξει μάλιστα ανάμεσα σε αυτούς που έβαλαν τη χώρα στα μνημόνια και σε αυτούς που με σκληρή μάχη έκαναν τα πάντα ώστε να τη βγάλουν από τα μνημόνια οριστικά και αμετάκλητα», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Σχετικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών εκφράζει την εκτίμηση ότι θα εγκριθεί από τη μέγιστη δυνατή πλειοψηφία της ελληνικής Βουλής.
Τονίζει, επίσης, πως «η διασφάλιση της κυβερνητικής συνοχής δεν τίθεται εν αμφιβόλω», θυμίζει τη δήλωση του κ. Καμμένου ότι σκοπεύει να πορευτεί με τον κ. Τσίπρα μέχρι το τέλος της τετραετίας και σημειώνει: «Τα δύο κόμματα θα συνεχίσουν να συζητούν, όπως κάνουν πάντοτε, τους όρους και τις προϋποθέσεις της κοινής κυβερνητικής τους πορείας, και είμαι βέβαιος ότι όπως πάντα θα βρεθεί το σημείο ισορροπίας. Όσο και αν κάποιοι θέλουν να ωθήσουν το πολιτικό σύστημα σε βεβιασμένες και ασύντακτες πολιτικές επιλογές δεν πρόκειται να το καταφέρουν».